
Αβεβαιότητα και προκλήσεις στην παρακολούθηση της σεισμικής δραστηριότητας στην περιοχή, με έμφαση στις ανησυχίες για την ηφαιστειακή δραστηριότητα και την αντοχή των υποδομών
Ο κος Χαράλαμπος Φασουλάς, καθηγητής Γεωλογίας, υπεύθυνος προγραμμάτων για τις φυσικές καταστροφές στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, μίλησε στον Ηχώ 99,8 για τους σεισμούς στις Κυκλάδες.
«Αυτή τη στιγμή κανείς δεν είναι σε θέση να κάνει μια ασφαλή πρόβλεψη για το πώς θα εξελιχθεί αυτή η διαδικασία.», ανέφερε ο κος Φασουλάς. Όλοι οι επιστήμονες έχουν επισημάνει ότι πρόκειται για ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο, που δεν συγκρίνεται με κάτι ανάλογο από αυτά που έχουν γνωρίσει και μελετήσει τα τελευταία 60 με 70 χρόνια.
Τα δεδομένα που διαθέτουμε από τα σεισμολογικά δίκτυα, τα οποία είναι απλωμένα σε όλη την Ελλάδα, δείχνουν πως αυτή η σεισμική δραστηριότητα δεν σχετίζεται με την ακολουθία που είχε παρατηρηθεί στο Αρκαλοχώρι – μια ακολουθία που μας είναι πιο οικεία και είχε διαρκέσει μεγάλο χρονικό διάστημα.
Αυτό που διαφοροποιεί τη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η πολύ υψηλή συχνότητα των σεισμών, καθώς και η ένταση ορισμένων εξ αυτών. Αυτό είναι το κρίσιμο στοιχείο που απασχολεί τους επιστήμονες.
Επίσης, οι επιστήμονες δεν έχουν καμία ένδειξη ότι η ηφαιστειότητα συνδέεται με την σεισμική δραστηριότητα που έχουμε αυτή τη στιγμή και προς το παρόν, δεν φαίνεται αυτή η σεισμικότητα να μπορεί να επηρεάσει την ηφαιστειότητα του χώρου. Ο κος Φασουλάς έδωσε σαν παράδειγμα τον σεισμό των 7,5 ρίχτερ που έγινε στην περιοχή το 1956 χωρίς να έχουμε ενεργοποίηση των ηφαιστείων. Κατά συνέπεια, όλοι οι επιστήμονες λένε ότι αυτά τα δύο δεν σχετίζονται και κατά πάσα πιθανότητα, ακόμα και εάν γίνει μεγαλύτερος σεισμός, δεν υπάρχει κίνδυνος να ενεργοποιηθεί το ηφαίστειο.
Παρόλα που και τα τρία ηφαίστεια που βρίσκονται στην περιοχή είναι πάνω σε ρήγματα, ο καθηγητής ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει καμία σοβαρή ένδειξη ότι υπάρχει ενεργοποίηση των ηφαιστείων. Επίσης, εξήγησε, ότι για να εκραγεί ένα ηφαίστειο, θα πρέπει να είναι «ώριμο», να έχει δηλαδή συσσωρευτεί κάτω από το ηφαίστειο τεράστια ποσότητα λιωμένων υλικών και να έχει φτάσει σε ένα κρίσιμο όριο που θα είναι έτοιμη να σπάσει τα πετρώματα και να δώσει μία έκρηξη. Μόνο σε τέτοια περίπτωση μπορεί ένας σεισμός να ενεργοποιήσει την έκρηξη του ηφαιστείου.
Επιπλέον, τα δεδομένα δείχνουν ότι τόσο η Σαντορίνη όσο και το Κολούμπο έχουν δώσει τις τελευταίες μεγάλες εκρήξεις τους στο παρελθόν – η Σαντορίνη κατά τη Μινωική περίοδο και το Κολούμπο το 1860. Αυτό σημαίνει ότι τα ηφαίστεια αυτά δεν είναι «ώριμα» για νέα έκρηξη. Επίσης, το ηφαίστειο της Σαντορίνης έχει δραστηριοποιηθεί αρκετές φορές χωρίς να έχει δημιουργήσει κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα στην ευρύτερη περιοχή.
Όσον αφορά τις πιθανότητες για έναν μεγαλύτερο σεισμό, ο καθηγητής είπε ότι κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει, αλλά και κανείς δεν μπορεί να το προβλέψει με βεβαιότητα. Εξήγησε, ότι στην Ελλάδα δεν έχει ξαναπαρατηρηθεί αντίστοιχο φαινόμενο αλλά υπάρχει καταγεγραμμένο στην βιβλιογραφία με μικρότερης έντασης σεισμών.
Αυτό που έχουν σαν δεδομένο είναι ότι πριν από 70 χρόνια η περιοχή έδωσε δύο μεγάλους σεισμούς 6,9 και 7,5 στον ίδιο χώρο. Κατά συνέπεια, αυτό δείχνει ότι δεν υπάρχουν τα μήκη των ρηγμάτων για να σπάσουν ώστε να δώσουν ένα τόσο μεγάλο σεισμό.
Η συγκεκριμένη περιοχή είναι μία καλά χαρτογραφημένη περιοχή οπότε οι επιστήμονες γνωρίζουν με μεγάλη ακρίβεια τι συμβαίνει στην περιοχή. Έτσι, βάση δεδομένων, εκτιμούν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να δούμε έναν σεισμό της τάξεως των 7,5 ρίχτερ.
Αν τελικά συμβεί ένας σεισμός της τάξεως των 6,5 Ρίχτερ, η Κρήτη, ιδιαίτερα τα βόρεια παράλιά της, θα τον αισθανθούν ως σεισμό περίπου 5 Ρίχτερ. Ακόμη και αν προκληθεί τσουνάμι, το ύψος του δεν θα ξεπερνά το ένα με δύο μέτρα – μια ένταση που δεν διαφέρει πολύ από μια δυνατή θαλασσοταραχή.
Ωστόσο, ο καθηγητής είπε ότι γύρω από την Κρήτη έχουμε άλλες πηγές που μπορούν να δώσουν ανά πάσα στιγμή έναν μεγάλο σεισμό ή ένα τσουνάμι για αυτό και θα ήταν χρήσιμο να υπάρχει ένας παλιρροιογράφος νότια της Κρήτης. Ξεκαθάρισε, ότι οι επιστήμονες δεν περιμένουν να επηρεαστούν τα ρήγματα στην περιοχή της Κρήτης από την υφιστάμενη σεισμική δραστηριότητα.
Όσον αφορά τις υποδομές, ο καθηγητής μας ενημέρωσε ότι εδώ και 20 χρόνια υπάρχει μία πολύ καλή νομοθεσία στην χώρα μας όσον αφορά την σεισμική δραστηριότητα και τους κανόνες που πρέπει να τηρούνται. Στην Κρήτη έχουν πραγματοποιηθεί έλεγχοι στα σχολεία και σε ορισμένα δημόσια κτίρια από τον Οργανισμό Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ). Ωστόσο, ο ίδιος δεν έχει ακριβή εικόνα για την κατάσταση όλων των δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων. Τόνισε, ότι τα κτίρια που έχουν κατασκευαστεί σύμφωνα με τους σύγχρονους αντισεισμικούς κανονισμούς δεν φαίνεται να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα.
Από την άλλη, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η σεισμική δραστηριότητα μπορεί να καταπονήσει τα κτίρια. Οι ιδιοκτήτες θα πρέπει να ελέγχουν για μεγάλες ρωγμές, ειδικά σε φέροντα στοιχεία, όπως κολώνες και δοκάρια, και αν παρατηρήσουν κάτι ανησυχητικό, να συμβουλευτούν μηχανικούς.