Εκδήλωση από το Σύλλογο Ανάδειξης Αρχαιοτήτων "Ιεράπυτνα" την Πέμπτη 15/09 στο Μελίνα Μερκούρη
Διαβάστε αναλυτικά την ανακοίνωση
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΟΜΙΛΙΩΝ
Δρ. Μαρτσέλλα Ντε Πάολι
Αρχαιολόγος της Ελληνορωμαϊκής Περιόδου και Μουσειολόγος
Κύρια Επιστημονική Υπεύθυνη του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Βενετίας
Το φαινόμενο της επαναχρησιμοποίησης ελληνικών αρχαιοτήτων στη Βενετία
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Το φαινόμενο της απόκτησις και επαναχρησιμοποίησης ελληνικών μαρμάρων και έργων τέχνης χαρακτήρισε επί αιώνες τη σχέση της Βενετίας με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Γεννημένη από το νερό και περιζωσμένη τη θάλασσα, η Βενετία δεν υψώθηκε πάνω σε προηγούμενο οικισμό, όπως άλλες ιταλικές πόλεις του Μεσαίωνα. Τούτη η έλλειψη γερών θεμελίων σε στέρεη γη, λές και την έκανε να είναι πάντα «πεινασμένη για πέτρα». Από τις αρχές του Μεσαίωνα οι Βενετοί επιδόθηκαν στο να μεταφέρουν στη πόλη τους ενεπίγραφες και λαξευμένες πέτρες από ρωμαϊκά ερείπια κοντινών ή παράκτιων κέντρων και από τις πόλεις της Αδριατικής, που βρίσκονταν κατά μήκος των εμπορικών οδών προς την Ανατολή. Τα μαρμάρινα αυτά σπαράγματα από αρχιτεκτονικά μέλη χρησιμοποιούσαν για τον καλλωπισμό προσόψεων εκκλησιών, δημοσίων κτιρίων, κυρίως βέβαια του Δουκικού παλατιού, αλλά και των αρχοντικών μεγάρων, καθώς και απλών οικιών. Τα συναντάμε ακόμα και σήμερα, κάποτε κρυμμένα στα θεμέλια, και άλλοτε εμφανή, επιδεικνύοντας έτσι τον αστικό πλούτο της πάλαι ποτέ θριαμβεύουσας θαλασσοκράτηρας.
Είναι γνωστό εξάλλου ότι ανέκαθεν η Βενετία στράφηκε προς την Ανατολή, αναζητώντας πολύτιμα μάρμαρα για την Μητρόπολή της - την βασιλική του Αγίου Μάρκου - αλλά και για το Παλάτι των Δόγηδων, και όχι μόνο. Οι γεωγραφικές περιοχές εισαγωγής ήταν η Κωνσταντινούπολη, τα νησιά του Αιγαίου, η Κρήτη, αλλά και η ηπειρωτική Ελλάδα. Στόχος της ήταν η αναζήτηση μαρμάρων ελληνικής και ανατολικής προέλευσης, όπως το λευκό των Προκοννήσιων (των νησιών του Μαρμαρά, κοντά στην Κωνσταντινούπολη), η το χρωματιστό της Καρίστου. Τα μάρμαρα αυτά χρησιμοποιούσε για την κατασκευή κιόνων και άλλων αρχιτεκτονικών μελών. Συχνότερα όμως παρελάμβανε σμιλεμένα αρχιτεκτονικά μέλη αρχαίων ελληνικών ναών και κτισμάτων για να τα επαναχρησιμοποιήσει, μετατρέποντάς τα σε πλακίδια, σε πλάκες δαπέδου, ή σε άλλα αρχιτεκτονικά στοιχεία.
Η χρήση λοιπόν του μαρμάρου από τις ανατολικές κτήσεις της Βενετίας είναι ένας ακόμα παράγοντας που επισφραγίζει τον πολυχρόνιο πολιτιστικό δεσμό Ελλάδας-Βενετίας, ακόμα σήμερα ορατό και αξιόλογο, μάλιστα αντικείμενο μελέτης αρχαιολόγων και ιστορικών τέχνης. Μπορούμε και σήμερα να θαυμάσουμε τις μαρμάρινες στήλες, τα ανάγλυφα, τα κιονόκρανα, και τα άλλα μαρμάρινα σπαράγματα με τα οποία η Βενετία κόσμησε δρόμους και κτήρια, ή τα ενσωμάτωσε σε κτήρια εξωραίζοντας τον αστικό ιστό της, και εκμοντερνίζοντας την αισθητική της, σύμφωνα με το Αναγεννησιακό ιδεώδες για τον καλλωπισμό πόλεων. Με κάποια από αυτά εμπλουτίστηκε αργότερα το περίφημο Αρχαιολογικό Μουσείο της. Στην παρούσα διάλεξη θα παρουσιάσουμε τα σημαντικότερα από τα σπαράγματα αυτά, λαμπρά λείψανα της τέχνης του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, που ακόμα σήμερα κοσμούν την Βενετία.
Δρ. Nτέζη Μαραγκόν
Ιστορικός της Μεσαιωνικής Τέχνης, Επιγραφολόγος
Επιστημονική Υπεύθυνη της Biennale Βενετίας
Η Βενετία των Ελλήνων. Ένα ταξίδι για να ανακαλύψoυμε την κληρονομιά της Κρήτης που κρύβεται στις πέτρες της Βενετίας και στον πολιτισμό των κατοίκων της.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η Κρήτη ήταν μια από τις σημαντικότερες αποικίες στην ιστορία της Βενετίας, γι' αυτό και συχνά μιλάμε για την επιρροή που άσκησε η Γαληνοτάτη στο νησί. Σε αυτή την διάλεξη, θα αντιστρέψουμε την οπτική γωνία, και θα μιλήσουμε για την επιρροή που άσκησε ο ελληνικός πολιτισμός και η ελληνική γλώσσα στη Βενετία. Θα ανακαλύψουμε τις κρητικές εικόνες που τιμούνται ακόμα στην εκκλησία της Madonna della Salute (που ανεγέρθηκε ως αναθηματική προσφορά για την απαλλαγή της πόλης από την πανώλη του 1630), τις παραστάσεις της Candia σκαλισμένες στην πέτρινη πρόσοψη της εκκλησίας της Santa Maria del Giglio, ή το βενετικό φρούριο Spinalonga, που απεικονίζεται στο ταφικό μνημείο του ναυάρχου Tommaso Alvise Mocenigo, πρωταγωνιστή της αντίστασης κατά της Οθωμανικής πολιορκίας του Ηρακλείου που κράτησε είκοσι-δύο χρόνια.
Τρεις αιώνες αργότερα, τη Σπιναλόγκα επισκέφθηκε ο Ιταλός ιστορικός και γνώστης της συντήρησης ιστορικών κτηρίων, ο Giuseppe Gerola (Arsiero 1877- Trento 1938) το μνημειώδες έργο του οποίου, - της καταγραφής των Βενετικών και των Βυζαντινών αρχαιοτήτων της Κρήτης στις αρχές του 20ου αιώνα - του επεφύλαξε σημαντική θέση στην ιστορία και στον πολιτισμό της Μεγαλονήσου. Ωστόσο, δεν θα σας αφηγηθώ μόνο μια ιστορία που αποτελείται από κτίσματα και πέτρες, αλλά και από λέξεις, ιστορίες, παραδόσεις και θρύλους. Ένας θησαυρός υλικός και άυλος που πάντοτε ένωνε την Κρήτη και τη Βενετία.
ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΛΛΟΓΟ
ΑΝΑΔΕΙΞΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΕΡΑΠΕΤΡΑΣ-ΙΕΡΑΠΥΤΝΑ