Η θέση του Βουλευτή Λασιθίου Μανόλη Θραψανιώτη για την αναδοχή και την τεκνοθεσία
Ομιλία του Βουλευτή Λασιθίου του ΣΥΡΙΖΑ Μανόλη Θραψανιώτη στη βουλή στο νομοσχέδιο για την Αναδοχή και την Τεκνοθεσία
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Κατά την διάρκεια της επεξεργασίας του νομοσχεδίου, «μέτρα για την προώθηση των θεσμών Αναδοχής και Τεκνοθεσίας του Υπουργείου εργασίας κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής αλληλεγγύης» στις επιτροπές, έγινε ομολογουμένως πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση.
Υπήρξε κατά το μεγαλύτερο μέρος της προσπάθεια, μέσα από τον διάλογο, να αναδειχτούν όλες εκείνες οι βέλτιστες πρακτικές που διευκολύνουν, βελτιώνουν και θα ενισχύουν τις νέες συνθήκες μέσα στις οποίες θα αναζητήσουν μια νέα ευκαιρία όσα παιδιά έχουν στερηθεί το οικογενειακό περιβάλλον. Ασκήθηκε κριτική, έγιναν παρατηρήσεις, ακούστηκαν προτάσεις και έγιναν υπερβάσεις.
Από το υπουργείο δόθηκαν διευκρινίσεις και έγιναν δεκτές ορισμένες από τις προτάσεις , εκ μέρους της Αναπληρώτριας Υπουργού κ. Φωτίου, με στόχο την βελτίωση και το αποτέλεσμα κρίνεται ομολογουμένως θετικό. Χρειάζεται περαιτέρω βελτίωση;
Προφανώς. Το ανέφερε εξ άλλου και η υπουργός. Εχθρός του καλού το καλύτερο.
Η κριτική που ασκήθηκε από ορισμένες πλευρές, εστίασε κυρίως στο δικαίωμα της Αναδοχής από όσους έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, μεταξύ των οποίων και άτομα διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού, συνετέλεσε ώστε να περάσουν σε δεύτερη μοίρα οι θετικές πλευρές του νομοσχεδίου, γεγονός που το αδικεί.
Η εστίαση της κριτικής σε συγκεκριμένα μόνο σημεία, είτε καλοπροαίρετη είτε με σκοπιμότητα προβληματίζει, αλλά ανεξάρτητα από προθέσεις, δίνει την δυνατότητα διαλόγου ώστε να διερευνηθούν πτυχές του προβληματισμού στην προσπάθεια να μπουν στην συζήτηση ερωτήματα και να αναζητηθούν απαντήσεις.
Ερωτήματα σχετικά με τις ανθρώπινες σχέσεις και τις ανάγκες που απορρέουν από αυτές, την ψυχολογία, τη διαφορετικότητα, την κοινωνική τάξη, το φύλο και τις επιρροές που μπορεί να ασκηθούν στη συμπεριφορά. Ερωτήματα που απασχολούν την κοινωνία, είναι υπαρκτά, αναζητούν απαντήσεις και δεν αφορούν όμως μονάχα την Ελληνική κοινωνία αλλά αποτελούν μέρος γενικότερου προβληματισμού σε παγκόσμια κλίμακα.
Επισημάνθηκε με έμφαση μάλιστα ότι η κοινωνία δεν είναι ώριμη να αποδεχθεί την συγκεκριμένη πρόταση.
Τι σημαίνει όμως ώριμη κοινωνία, ποιος και με ποια κριτήρια αποφασίζει αν είναι ώριμη η όχι;
Πότε διαχρονικά, ιστορικά γεγονότα περίμεναν να ωριμάσει η κοινωνία;
Η κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων, η κατοχύρωση ίσων δικαιωμάτων ανάμεσα στα δυο φύλλα, ακόμα και η ελληνική επανάσταση, δεν ήταν για κάποιους ώριμη η κοινωνία να τα αποδεχτεί. Η αλληλεπίδραση μεταξύ γεγονότων και κοινωνιών είναι αμφίδρομη. Οι όποιες αλλαγές συντελούνται μέσω διεκδικήσεων και ανατροπών.
Είναι ερωτήματα που δεν εξαντλούνται σε μια συζήτηση ή με την ψήφιση ενός νόμου αλλά εξακολουθούν να τίθενται βασανιστικά ώσπου την λύση δίνει η ίδια η ζωή.
Παρ’ όλα αυτά, ζητούμενο είναι να επικεντρώσουμε σε ένα διάλογο ώστε να αναδειχτούν οι καλές πρακτικές και οι διαδικασίες για καλλίτερα αποτελέσματα. Και το παρόν νομοσχέδιο έχει αυτόν τον προσανατολισμό με σημαντικές καινοτομίες .
Εισάγει, την καταγραφή των παιδιών για τεκνοθεσία και αναδοχή μέσω του μητρώου των ανηλίκων καθώς και των ενδιαφερόμενων θετών και ανάδοχων γονέων, μέσω του μητρώου ενηλίκων.
Δημιουργείται το Μητρώο εγκεκριμένων υιοθεσιών και αναδοχής μέσω του οποίου γίνεται γνωστό πόσες πράξεις έχουν ολοκληρωθεί. Με αυτόν τον τρόπο, ο φορέας που συστήνεται, το Εθνικό Συμβούλιο αναδοχής και υιοθεσίας (Ε Σ ΑΝ Υ), μπορεί να έχει ολοκληρωμένη εικόνα για το πόσα παιδιά π.χ. υπάρχουν για υιοθεσία ή αναδοχή, πόσοι ενδιαφερόμενοι θετοί ανάδοχοι γονείς και πόσες πράξεις έχουν ολοκληρωθεί.
Ως ιδιαίτερα σημαντικό επισημαίνεται , η μείωση του χρόνου τεκνοθεσίας από τα 6 ως 8 χρόνια που απαιτούνται σήμερα, να περιοριστεί σε λιγότερο από χρόνο.
Η επιτυχία αυτού του στόχου θα δώσει μεγάλη ώθηση και θα συμβάλλει στην αναστροφή της πτωτικής τάσης για τεκνοθεσία.
Το ζήτημα της ηλικίας προβληματίζει επίσης προς το ποια είναι η καταλληλότερη. Ανάμεσα στους παιδοψυχολόγους υπάρχει διαρκής συζήτηση σχετικά με την ηλικία στην οποία η ψυχολογική συναισθηματική διαμόρφωση ενός παιδιού , έχει ολοκληρωθεί. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτό συμβαίνει ήδη από την ηλικία δύο έως τριών ετών, ενώ κάποιοι άλλοι ότι αυτή η διαδικασία δεν τελειώνει ποτέ.
Συμπερασματικά η κατάλληλη ηλικία θεωρείται η κάτω των έξι ετών με καταλληλότερη τα δύο με τρία. Τα άνω των έξι χρόνων έχουν λιγότερες πιθανότητες να υιοθετηθούν, ιδιαίτερα αν η διαδικασία εξακολουθήσει να παραμείνει αρκετά χρονοβόρα όπως μέχρι σημερα.
Κατά προσέγγιση η υιοθεσία κάτω των 6 ετών αντιπροσωπεύει το 80% περίπου, ενώ άνω των 6, το 15 ως 20%
Αν δεν αλλάξει αυτή η αναλογία το μέλλον τους δεν προβλέπεται αισιόδοξο.
Το θέμα της υγείας είναι επίσης εξαιρετικά σημαντικό . Κάποιοι αναζητούν παιδιά με στάνταρ πρότυπα. Να είναι π.χ. εμφανίσιμα, ιδίου χρώματος ή φυλής, υγιή κλπ.
Τα παιδιά με αναπηρίες δεν προτιμούνται γιατί απαιτούν μεγαλύτερη φροντίδα ενώ μερικές φορές δίνονται για υιοθεσία από γονείς που δεν μπορούν να τα φροντίσουν. Αυτές τις περιπτώσεις έρχεται να καλύψει η επαγγελματική αναδοχή.
Σημαντική και καθοριστική η συμβολή και ο ρόλος του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας, στην εκπαίδευση, στην αξιολόγηση, την επιλογή την καταλληλότητα, και την παρακολούθηση σε όλη την διαδικασία. Η ικανότητα και ετοιμότητα των κρατικών υπηρεσιών, η υποστήριξη σε ενημέρωση και εκπαίδευση, προσωπικό και υποδομές, η συνεργασία με τους επιστημονικούς φορείς και τις τοπικές κοινωνίες, αποτελούν βασική προϋπόθεση για την επιτυχία του σκοπού.
Δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος η τεκνοθεσία και η αναδοχή είναι απόφαση και πράξη εθελοντισμού και σαν τέτοια δεν έχουμε το δικαίωμα να στερήσουμε αυτήν την δυνατότητα σε κανένα, εφ’ όσον κατά τον νόμο πληροί τις προϋποθέσεις.
Τελειώνοντας κ. Πρόεδρε, προσωπικά δεν θα προτρέψω κανένα βουλευτή να ψηφίσει το νομοσχέδιο.
Θέλω μόνο να επισημάνω και να αναλογιστούμε, ότι τυχόν άρνηση, θα στερήσει σε κάποια παιδιά ένα καλύτερο μέλλον.
Ευχαριστώ.