Τίτλοι τέλους για την προστασία της πρώτης κατοικίας
Από 1η Ιουνίου ξεκινούν οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας κατ' εφαρμογή του νομοσχεδίου Βρούτση που είχε ψηφιστεί πίσω τον Οκτώβριο του 2020.
Οι οφειλέτες -όπως κυβερνητικά αναφέρεται- έχουν την επιλογή του «προπτωχευτικού» σταδίου, μέσα στο οποίο πρέπει να έρθουν σε συνεννόηση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (και να δώσουν όλοι την ξεχωριστή έγκριση τους), για το αν μπορούν να ρυθμίσει τελικά τα χρέη του ο οφειλέτης σε 240 δόσεις. Κατά τα άλλα, εφαρμόζεται ο Πτωχευτικός Κώδικας και υπάρχει μόνο η δυνατότητα το φυσικό πρόσωπο να γίνει ενοικιαστής της οικίας του, χάνοντας ωστόσο την ιδιοκτησία. Έπειτα από 12 χρόνια θα μπορεί να αγοράσει ξανά την οικία του, στην τιμή που θα ορίσει ο διαχειριστής. Η κυβέρνηση σε τέτοιες περιπτώσεις προτάσσει την επιδότηση ενοικίου, η οποία ωστόσο μπορεί να φτάσει μέχρι τα 210 ευρώ.
Από την 1η Ιουνίου μπαίνει σε εφαρμογή το νέο πτωχευτικό πλαίσιο για την «προστασία» της πρώτης κατοικίας, και έτσι ξεκινούν με τη σειρά τους και οι πλειστηριασμοί α’ κατοικίας.
Υπενθυμίζεται ότι στα τέλη Οκτωβρίου, υπό τη σκιά της πρότασης μομφής κατά του υπουργού Οικονομικών, Χρήστου Σταϊκούρα, και της απόρριψης της μόνο με τις ψήφους της Νέας Δημοκρατίας, επικυρώθηκε επί της αρχής το νομοσχέδιο για τον Πτωχευτικό Κώδικα, το οποίο βάζει τέλος στο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας -αντιμετωπίζοντας τον κάθε οφειλέτη ως επιχείρηση.
Το νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε επί της αρχής μόνο με τις ψήφους της ΝΔ και συγκεκριμένα με 158 βουλευτές να ψηφίζουν υπέρ και 140 να ψηφίζουν κατά.
Σημειώνεται ότι στην τότε συνεδρίαση της Ολομέλειας και σε υψηλούς τόνους, ο πρώην πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, κατηγόρησε την κυβέρνηση για «ποινικοποίηση της φτώχειας» και υπογράμμισε ότι όταν επανεκλεγούν θα καταργήσουν το νομοσχέδιο και «θα πάρουμε τα κλειδιά της οικονομίας από το παρασιτικό κεφάλαιο».
Τα βασικά σημεία του νομοσχεδίου
Στο ν/σ προβλέπεται και η πτώχευση -πέρα από τον έμπορο και τον επιχειρηματία- φυσικού προσώπου το οποίο εν συνεχεία σημαίνει την υπαγωγή του στο πτωχευτικό πλαίσιο της ρευστοποίηση της περιουσίας του. Στην ουσία κάθε πολίτης θα αντιμετωπίζεται σαν επιχείρηση, κάτι που συνάγεται και από το γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένα καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας των φυσικών προσώπων.
Κάποιος μπορεί να πτωχεύσει για χρέη άνω των 30.000 ευρώ, τα οποία δεν εξυπηρετούνται για διάστημα άνω των έξι μηνών και αυτά τα χρέη να ανέρχονται στο 40% των συνολικών υποχρεώσεων προς κάθε πιστωτή (Δημόσιο, τράπεζες, ταμεία). Βέβαια, αίτηση πτώχευσης μπορούν να υποβάλουν και οι πιστωτές εάν τα χρέη προς αυτούς υπερβαίνουν το 30% της συνολικής αξίας των οφειλών.
Ο Πτωχευτικός Κώδικας μέσα σε πλήθος αστερίσκων για το πλαίσιο πτώχευσης, προβλέπει ότι ο οφειλέτης απαλλάσσεται μέσα σε 1 έτος από τα χρέη, αν το σύνολο της περιουσίας που ρευστοποιείται (μαζί με την πρώτη κατοικία) υπερβαίνει το 10% των συνολικών οφειλών και είναι μεγαλύτερη των 100.000 ευρώ. Σε αντίθετη περίπτωση η απαλλαγή θα γίνεται έπειτα από τρία έτη.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, υπάρχει μόνο η δυνατότητα το φυσικό πρόσωπο να γίνει ενοικιαστής της οικίας του, χάνοντας ωστόσο την ιδιοκτησία. Μάλιστα, ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να ενοικιάζει το σπίτι του για 12 χρόνια και ύστερα να το επαναγοράσει στην εμπορική του τιμή -χωρίς να αφαιρούνται τα ενοίκια από το συνολικό ποσό της εν δυνάμει μελλοντικής αγοράς. Ο οφελέτης δεν έχει το δικαίωμα να αγοράσει το σπίτι του νωρίτερα από τα 12 έτη, ενώ το παραπάνω μέτρο αφορά όσους χαρακτηρίζονται «ευάλωτοι» με εισοδηματικα κρητήρια
Ένα ακόμη σημείο είναι ότι η ΝΔ έφτασε στο σημείο μέσω του συγκεκριμένου νομοσχεδίου να «εξαφανίσει» τις αποζημιώσεις προς εργαζομένους μιας εταιρείας η οποία πτωχεύει, κάτι που υποδηλώνει τη στόχευση του νομοθετήματος και την προτεραιότητα που δίνει στις επιχειρήσεις και όχι στους εργαζόμενους.
Τέλος, σημειώνεται ότι η κυβέρνηση τελευταία στιγμή υποχώρησε για το ακατάσχετο μισθών και συντάξεων, νομοθετώντας βελτιωτικά ότι «ο πτωχευμένος οφειλέτης δεν πληρώνει ποσό κάτω του ακατάσχετου οριζόντιου ορίου των 1.250 ευρώ μηνιαίως, όπως ήδη ισχύει στη νομοθεσία, για να μην υπάρχουν αμφισημίες».
Δύο σε εισαγωγικά «όπλα» για τα φυσικά πρόσωπα είναι το στεγαστικό επίδομα για τα οικονομικά ευάλωτα νοικοκυριά και την μίσθωση της απωλεσθείσας κατοικίας από το Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης, με την προοπτική, μετά την παρέλευση 12 ετών, να την επαναγοράσουν.
Ωστόσο, οι παραπάνω επιλογές αφορούν μόνο τους οικονομικά ευάλωτους, που στην περίπτωση πενταμελούς και άνω οικογένειας, το ετήσιο εισόδημα δεν ξεπερνάει τις 21.000 ευρώ. Για τους υπόλοιπους δεν υπάρχει κάποια πρόνοια, καθώς η πρώτη κατοικία, – όπως άλλωστε για τους οικονομικά ευάλωτους – αποτελεί μέρος της πτωχευτικής περιουσίας. Το στεγαστικό επίδομα ξεκινάει από τα 70 έως τα 210 ευρώ.
Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή του οφειλέτη, στην πτωχευτική περιουσία ανήκει και το μέρος του ετησίου εισοδήματός του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης. Έτσι, για την αποπληρωμή της οφειλής ενός φυσικού προσώπου, πέραν της ρευστοποίησης της περιουσίας, παρακρατείται και το μέρος π.χ. του μισθού του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Όσοι δηλώνουν πτώχευση θα έχουν απώλεια του συνόλου της περιουσίας τους και διαγραφή των οφειλών τους. Αυτό αφορά σε μικρές επιχειρήσεις, επαγγελματίες, αλλά και απλούς πολίτες. Με την πτώχευση του οφειλέτη γίνεται μεταβίβαση της πρώτης κατοικίας σε φορέα που θα συσταθεί, και ο οφειλέτης θα έχει τη δυνατότητα ενοικίασης της κατοικίας του.
Σημειώνεται ότι η απαλλαγή οφειλών επέρχεται μέσα από ένα διττό μοντέλο.
α) σε 1 έτος μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης διαθέτει περιουσία την οποία και θα απολέσει κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 1 έτος το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει το 5πλάσιο των εύλογων δαπανών διαβίωσης. ή
β) σε 3 έτη μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία ή διαθέτει περιουσία μικρής αξίας την οποία και θα απολέσει κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 3 έτη το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Ο οφειλέτης δεν υποχρεούται να πληρώσει στους πιστωτές ποσά που είναι ακατάσχετα (π.χ. οριζόντιο ακατάσχετο, ακατάσχετα κοινωνικά επιδόματα, ακατάσχετες αγροτικές επιδοτήσεις).
Πηγή: The press Project