Πρωταθλητές οι Ελληνες σε ώρες εργασίας με βούλα Eurostat

11:25 π.μ. - Τετάρτη, 8 Οκτωβρίου 2025
11:10 π.μ. - Τετ, 08/25/2025
Image: Πρωταθλητές οι Ελληνες σε ώρες εργασίας με βούλα Eurostat

Αποκαλυπτικά τα στοιχεία της Eurostat για την απασχόληση στην Ελλάδα. Οι λόγοι πίσω από το φαινόμενο. Πώς τοποθετείται η ΟΚΕ στο κείμενο που συνοδεύει το εργασιακό νομοσχέδιο.

Περισσότερες από 45 ώρες την εβδομάδα εργάζεται ένας στους πέντε Έλληνες εργαζόμενους, γεγονός που καθιστά τη χώρα μας πρωταθλήτρια Ευρώπης στις πολλές ώρες εργασίας, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η Eurostat για το δεύτερο τρίμηνο του 2025.

Συγκεκριμένα, το 20,9% των Ελλήνων εργαζομένων ηλικίας μεταξύ 20 και 64 ετών απασχολείται σε έναν ή σε περισσότερους εργοδότες, περισσότερες από 45 ώρες εβδομαδιαίως, ποσοστό διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (10,8%).

Πού αποδίδεται η εικόνα:

Στην οικονομική αβεβαιότητα και την ανάγκη για βελτίωση του εισοδήματος, λόγω των σημαντικά χαμηλών αμοιβών,

Στην υψηλή ανεργία, που παρά τη μείωση των τελευταίων μηνών, παραμένει σημαντικά υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο,

Στην επισφάλεια που χαρακτηρίζει την εγχώρια αγορά εργασίας αλλά και στις πολλές φορές ανεπαρκή εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας,

Στο μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων, με τις πολλές πολύ μικρές επιχειρήσεις και οικογενειακές πολλές φορές επιχειρήσεις, καθώς και

Στη βαρύτητα που έχουν στην ελληνική οικονομία συγκεκριμένοι κλάδοι που στηρίζονται στην εντατικοποίηση της εργασίας κατά συγκεκριμένες περιόδους, όπως είναι ο τουρισμός και ο επισιτισμός.

Εσχάτως, η ρηχότητα της αγοράς αλλά και οι συνεχώς αυξανόμενες κενές θέσεις εργασίας, παράλληλα με την αναντιστοιχία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, δίνουν έναν χαρακτήρα πολυπαραγοντικό στο πρόβλημα.

Τι δείχνουν τα στοιχεία:

Σύμφωνα με τη Eurostat, στην Ελλάδα, το 20,8% των εργαζόμενων απασχολείται πάνω από 45 ώρες. Ακολουθούν η Κύπρος (16,6%) και η Μάλτα (14,6%), ενώ στα χαμηλότερα επίπεδα βρίσκονται η Βουλγαρία (2,5%), η Λετονία (4,1%) και η Ρουμανία (5,9%). Το 72,3% των εργαζομένων στην Ε.Ε. εργάζεται μεταξύ 20 και 44 ωρών εβδομαδιαίως, ενώ στην Ελλάδα μόλις το 6,1% εργάζεται λιγότερο από 19 ώρες, ένδειξη περιορισμένης μερικής απασχόλησης.

Σύμφωνα άλλωστε με παλαιότερα στοιχεία της ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, ο μέσος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας στην Ελλάδα το 2024 ήταν 39,8 ώρες, στην κύρια εργασία -επίσης ο υψηλότερος στην Ε.Ε. Μάλιστα, για τους άνδρες πλήρους απασχόλησης, ο μέσος όρος φθάνει τις 42,4 ώρες.

Δεν πρέπει βέβαια να παραγνωριστεί το γεγονός ότι σύμφωνα με τα δεδομένα του Πληροφοριακού Συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», το 2025 υπήρξε σημαντική αύξηση στις δηλωθείσες υπερωρίες, καθώς προσεγγίζουν πλέον τα 4 εκατομμύρια ώρες, αυξημένες κατά περίπου 1,8 εκατ. σε σχέση με το 2024.

Ιδιαίτερα έντονη άνοδος παρατηρείται στους κλάδους του τουρισμού και της εστίασης, όπου οι δηλωμένες υπερωρίες αυξήθηκαν έως και 728% σε επταμηνιαία βάση.

Κατά το διάστημα αυτό, υπήρξε καθολική εφαρμογή σε πολλούς κλάδους της εγχώριας επιχειρηματικής ζωής, του μέτρου της χρήσης της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας, ενώ κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους, υπήρξε και αλλαγή στον υπολογισμό του κόστους των ασφαλιστικών εισφορών για την εργασία πέραν του 8ωρου, που ενθάρρυναν τη δήλωση των πραγματικών ωρών εργασίας.

Οι αιτίες πίσω από τους αριθμούς

Η εξαιρετικά υψηλή διάρκεια εβδομαδιαίας εργασίας στην Ελλάδα συνδέεται άμεσα, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, με τους χαμηλούς μισθούς. Οι εργαζόμενοι αποδέχονται υπερωρίες ή δευτερεύουσες απασχολήσεις για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους. Η Ελλάδα άλλωστε συγκαταλέγεται στις χώρες με τους χαμηλότερους μέσους ετήσιους μισθούς στην Ε.Ε., παρά τις περισσότερες ώρες εργασίας. Καθώς η δημοσιοποίηση των στοιχείων της Eurostat βρήκε την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας στη Βουλή, όπου συζητείται στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων το νέο Εργασιακό Νομοσχέδιο, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε τι αναφέρεται στην έκθεση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΟΚΕ), που συνοδεύει το νομοσχέδιο: οι χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά εργαζόμενων για πάνω από 45 ώρες είναι συχνά και εκείνες με τους χαμηλότερους μισθούς.

Και η Ελλάδα επιβεβαιώνει τον κανόνα αυτό: οι πολίτες εργάζονται περισσότερο, χωρίς αυτό να αντικατοπτρίζεται σε υψηλότερες αμοιβές. Στην έκθεση της ΟΚΕ μάλιστα, όπου αναφέρονται δύο διαφορετικές θέσεις για το θέμα της ευελιξίας και των υπερωριών, από τους εκπροσώπους των εργοδοτών και των εργαζόμενων, επισημαίνεται παράλληλα, ότι η υπερ-εργασία έχει αντίθετες επιπτώσεις στην παραγωγικότητα.

Γίνεται δε αναφορά στον ΟΟΣΑ, που έχει επισημάνει ότι οι χώρες με λιγότερες ώρες εργασίας τείνουν να έχουν υψηλότερη αποδοτικότητα, ενώ η παρατεταμένη κόπωση μειώνει την αποτελεσματικότητα των εργαζομένων.

Στις αιτίες της αυξημένης απασχόλησης από τους ίδιους εργαζόμενους συμπεριλαμβάνονται επίσης η ανασφάλεια στην αγορά εργασίας καθώς σε ένα περιβάλλον επισφαλών θέσεων, οι εργαζόμενοι τείνουν να αποδέχονται περισσότερες ώρες για να διασφαλίσουν τη θέση τους, αλλά και ο ανεπαρκής πολλές φορές έλεγχος για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας, που έχει ως συνέπεια να μην ελέγχονται αποτελεσματικά οι υπερωρίες, ιδιαίτερα σε μικρές ή εποχικές επιχειρήσεις.

Σε αυτό συντείνει και η μικρή επιχειρηματική κλίμακα, με την πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων να είναι μικρές ή οικογενειακές, χωρίς επαρκές προσωπικό, γεγονός που οδηγεί σε παράταση του ωραρίου για τους ήδη απασχολούμενους. Κάποιοι από αυτούς άλλωστε είναι και ιδιοκτήτες της οικογενειακής επιχείρησης.

Και βέβαια, ένα δομικό χαρακτηριστικό της ελληνικής αγοράς εργασίας, η έντονη εποχικότητα, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο.

Στους κλάδους του τουρισμού, της εστίασης, στον πρωτογενή τομέα, τα logistics και το λιανικό εμπόριο, οι περίοδοι αιχμής προκαλούν αυξημένη ανάγκη για υπερωριακή απασχόληση. Πολλώ δε, μάλλον, όταν πρόκειται για τους ίδιους κλάδους, στους οποίους παρατηρούνται τα μεγαλύτερα κενά στις θέσεις εργασίας, με τους εργοδότες να δηλώνουν πως μάταια αναζητούν εργαζόμενους για να τα καλύψουν.

Πηγή: euro2day.gr