
Σε μια συνολική μεταρρύθμιση στον τομέα των υδάτων προσανατολίζεται η κυβέρνηση όσο οι δυσοίωνες προβλέψεις για τη λειψυδρία πυκνώνουν και η κακοδιαχείριση των υδάτινων πόρων συνεχίζεται
Τη βάση για τη διαμόρφωση της νέας εθνικής στρατηγικής για το νερό θα αποτελέσει, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, μελέτη της Deloitte που υλοποιήθηκε για λογαριασμό της κυβέρνησης, η οποία αποτυπώνει τη σημερινή κατάσταση και εξετάζει πιθανά σενάρια που μπορεί να επαναπροσδιορίσουν τη διαχείριση των υδάτων για ύδρευση και άρδευση, ξεκαθαρίζοντας τις αρμοδιότητες των εμπλεκομένων οργανισμών.
Μάλιστα, την περασμένη Παρασκευή 13 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε μεγάλη σύσκεψη στο Μέγαρο Μποδοσάκη υπό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κ. Κωστή Χατζηδάκη για τη διαχείριση του νερού και την άμεση ανάγκη λήψης μέτρων για τη λειψυδρία.
Οδικός χάρτης
Από τις βασικές απαιτήσεις της μεταρρύθμισης είναι η κατάρτιση ενός οδικού χάρτη με τα αναγκαία έργα και τις δράσεις για τη διαχείριση των υδάτων αλλά και η διασφάλιση των αναγκαίων οικονομικών πόρων.
Σύμφωνα με την αποτύπωση που έγινε, συνολικά για τα έργα ύδρευσης και άρδευσης απαιτούνται 10,24 δισ. ευρώ, με βάση τα στοιχεία του 2022 που αναμένεται να επικαιροποιηθούν εντός του 2025. Σε αυτά δεν περιλαμβάνονται τα 500-700 εκατ. ευρώ (ανάλογα με τα έργα που τελικά θα προκριθούν) τα οποία απαιτούνται για να «ξεδιψάσει» η Αττική.
Πέρα από το Λεκανοπέδιο, η μελέτη αναδεικνύει ως κρίσιμες περιοχές εκείνες των νησιών του Νοτίου Αιγαίου και των Ιονίων νήσων, την Κρήτη, τη Θεσσαλία και την Πελοπόννησο, λαμβάνοντας υπόψη τον πληθυσμό σε κάθε υδάτινο διαμέρισμα της χώρας και το κλίμα.
Η χρηματοδότηση
Οσο για τους αναγκαίους πόρους, θα αναζητηθεί η δυνατότητα λήψης χρηματοδότησης. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) μπορεί να παρέχει χρηματοδότηση δύο-τριών δισ. ευρώ ανά έτος για έργα που σχετίζονται με τη διαχείριση των υδάτων (δίκτυα, φράγματα κ.λπ.) σε νομικές οντότητες με τη μορφή Ανώνυμων Εταιρειών (ΑΕ). Ωστόσο, θα πρέπει να διαθέτουν πιστοληπτική ικανότητα και να ελέγχονται από κάποιον ρυθμιστή, γεγονός που δεν ισχύει σήμερα για την πλειονότητα των δημοτικών επιχειρήσεων ύδρευσης – αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) και των τοπικών γενικών και τοπικών οργανισμών εγγείων βελτιώσεων (ΓΟΕΒ – ΤΟΕΒ).
Η μεταρρύθμιση
Η πολυδιάσπαση των αρμοδιοτήτων αναδεικνύει την αδυναμία διαχείρισης των υδάτων, καθώς προκύπτουν ζητήματα με τη διαχειριστική επάρκεια και την οικονομική βιωσιμότητα των φορέων. Επιπλέον, τα έργα σχεδιάζονται μεμονωμένα και όχι στο πλαίσιο μιας εθνικής στρατηγικής, γεγονός που συνεπάγεται αποσπασματικές λύσεις, καθυστερήσεις στην υλοποίησή τους και χαμηλή ταχύτητα απορρόφησης κοινοτικών πόρων. Γι’ αυτό οι μελετητές προτείνουν η μεταρρύθμιση να περιλαμβάνει το σύνολο των οργανισμών.
Νέα οντότητα
Το επικρατέστερο από τα πέντε σενάρια που εξετάστηκαν προτείνει τη δημιουργία μιας νέας νομικής οντότητας με τη μορφή Ανώνυμης Εταιρείας για κάθε Λεκάνη Απορροής Ποταμού (συνολικά υφίστανται 45 ΛΑΠ στην Ελλάδα) ή για κάθε γεωγραφική περιοχή. Αυτές οι εταιρείες θα αναλάβουν την υλοποίηση των νέων έργων και θα έχουν στην ιδιοκτησία τους τα υφιστάμενα έργα.
Ουσιαστικά, σε κάθε περιοχή που θα οριστεί, όλες οι ΔΕΥΑ και οι ΤΟΕΒ θα πρέπει να εισφέρουν τα πάγια περιουσιακά τους στοιχεία και τις υποχρεώσεις τους και θα συμμετέχουν μετοχικά στη νέα νομική οντότητα που θα συσταθεί. Παράλληλα, θα υπογράφουν και μια συμφωνία για την παροχή των διαφόρων υπηρεσιών όπως είναι π.χ. η είσπραξη οφειλών κ.λπ.
Επίσης, στη συγκεκριμένη εταιρεία θα εισφέρουν τα μεγάλα έργα που διαχειρίζονται στην περιοχή και οι φορείς του Δημοσίου, δηλαδή φράγματα, δίκτυα και άλλες υποδομές. Το σκεπτικό είναι η συγκέντρωση των παγίων να δημιουργεί μια Ρυθμιζόμενη Περιουσιακή Βάση (ΡΠΒ) και να φέρνει έσοδα στη νέα εταιρεία.
Έτσι, όλες αυτές οι νέες νομικές οντότητες που θα δημιουργηθούν θα καταλήξουν με αξία ενεργητικού μεγαλύτερη από τις υποχρεώσεις τους και σε συνδυασμό με τη σταθερή ροή εσόδων από τη Ρυθμιζόμενη Περιουσιακή Βάση θα διασφαλίζουν την πιστοληπτική ικανότητά τους ώστε να μπορούν να χρηματοδοτηθούν από την ΕΤΕπ, δίχως να επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος.
Στα υπόλοιπα τέσσερα σενάρια περιλαμβάνεται το «business as usual» το οποίο δεν επιλύει κανένα πρόβλημα. Ενα δεύτερο προτείνει τη δημιουργία ενός νέου Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου ανά περιοχή ή Λεκάνη Απορροής Ποταμού που θα αναλάβει τη διαχείριση του νερού, των παγίων υδροληψίας και μεταφοράς νερού αλλά όχι το δίκτυο διανομής, τις Μονάδες Επεξεργασίας Νερού (ΜΕΝ) και τα Κέντρα Επεξεργασίας Λυμάτων (ΚΕΛ). Η εφαρμογή του, σύμφωνα με τους μελετητές, θα διευκολύνει μεν τη διαχείριση των έργων και την επίτευξη οικονομίας κλίμακας αλλά όχι τη χρηματοδότηση.
«Ομπρέλα»
Δυσκολίες χρηματοδότησης και αμφίβολη πιστοληπτική ικανότητα εντοπίζονται στο τρίτο σενάριο σύμφωνα με το οποίο μια εύρωστη οικονομικά ΔΕΥΑ θα έχει υπό την «ομπρέλα» της τους υπόλοιπους φορείς της περιοχής και τα πάγιά τους.
Οσο για την τέταρτη πρόταση, οι ΔΕΥΑ, ΤΟΕΒ και δήμοι διατηρούν τα πάγιά τους και δημιουργείται μια Ανώνυμη Εταιρεία που αναλαμβάνει την υλοποίηση των νέων έργων. Σε αυτό το σενάριο η διαχείριση των υδάτων παραμένει κατακερματισμένη και το πρόβλημα μετατίθεται στο μέλλον.
Συνολικά τα έργα, τα πάγια και οι επενδύσεις σε όλη τη χώρα εκτιμώνται σε 15-20 δισ. ευρώ. Μόνο τα πάγια των ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ και ΟΑΚ (Οργανισμός Ανάπτυξης Κρήτης) ανέρχονται αθροιστικά περίπου στο 1 δισ. ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη καταλήξει στο πλαίσιο της νέας μεταρρύθμισης και αξιολογεί τις προτάσεις της Deloitte προκειμένου να διαμορφώσει μια μεταρρύθμιση που θα φέρει τις λιγότερες αντιδράσεις σε τοπικό επίπεδο. Αλλωστε, μια… πρόγευση πήρε κατά τη διαβούλευση του αρχικού κειμένου του νομοσχεδίου για τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης που πρότεινε συγχωνεύσεις ΔΕΥΑ και άλλων οργανισμών το οποίο τελικά «λειάνθηκε» μετά τις αντιδράσεις.
Task Force
Γι΄ αυτό προτείνεται η δημιουργία μιας Task Force επικοινωνίας για την ενημέρωση του κοινού σε όλες τις φάσεις της μεταρρύθμισης καθώς η συμφωνία με την τοπική κοινωνία αποτελεί το βασικό ζητούμενο κατά την εκτέλεση των έργων που θα προχωρήσουν και την τήρηση του χρονοδιαγράμματος.
Κι αυτό διότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα σε σχέση με την επάρκεια των υδάτινων πόρων πολλαπλασιάζονται. Σύμφωνα με την έκθεση, η Ελλάδα κατέγραψε αύξηση των απολήψεων νερού για ύδρευση κατά 139% την περίοδο 2001-2022 λόγω της τουριστικής δραστηριότητας, της ανόδου της κατά κεφαλήν κατανάλωσης, της κλιματικής αλλαγής και των διαρροών στα δίκτυα διανομής που φτάνουν – και σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνούν – το 50%. Επιπλέον, στην αρδευόμενη ελληνική γη καταναλώνεται ο μεγαλύτερος όγκος νερού ανά εκτάριο στην ΕΕ.
Προβλέπεται αύξηση του κόστους νερού
Η μελέτη της Deloitte αποτυπώνει και το κόστος του νερού, βάσει των στοιχείων της EurEau, δηλαδή της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Εθνικών Συνδέσμων Υπηρεσιών Υδρευσης, η οποία εκπροσωπεί εταιρείες από 33 χώρες. Οπως αναφέρεται, στην Ελλάδα αναμένεται να αυξηθεί (ενδεχομένως άνω του ευρωπαϊκού μέσου όρου) λαμβάνοντας υπόψη τους εξής παράγοντες:
Ανάκτηση κόστους και έργων σε ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ. Οι δύο εταιρείες εξυπηρετούν την Αττική και τη Θεσσαλονίκη, δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της χώρας και η όποια αύξηση θα επηρεάσει τον μέσο όρο της τιμής του νερού.
Ανάκτηση κόστους αλλά και μη βιώσιμη λειτουργία των ΔΕΥΑ και των ΤΟΕΒ. Πολλές επιχειρήσεις ύδρευσης ή οργανισμοί εγγείων βελτιώσεων δεν μπορούν να καλύψουν τα λειτουργικά τους κόστη.
Ανάκτηση κόστους για νέα έργα που δεν συμβάλλουν στην αύξηση των υδάτινων πόρων όπως είναι η ψηφιοποίηση των δικτύων, η λογιστική παρακολούθηση κ.λπ. Ανάκτηση κόστους για έργα που συμβάλλουν στην αύξηση του διαθέσιμου πόσιμου ή αρδευτικού νερού, όπως φράγματα, δίκτυα κ.ά.
Ο υπολογισμός
Μάλιστα, η αύξηση του κόστους, σύμφωνα με τη μελέτη, ενδέχεται να είναι ανισοβαρής και να επιβαρύνει περισσότερο περιοχές της χώρας με προβλήματα λειψυδρίας. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για να αποτυπωθεί σε κοινή βάση το κόστος νερού υπολογίστηκε ο λόγος του κόστους προς τον μέσο μισθό κάθε κράτους (βάσει της Eurostat 2023).
Όπως προκύπτει, η Ελλάδα παραμένει κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ξεπερνά όμως τις τιμές σε άλλες χώρες όπως στην Ιταλία, στην Ισπανία και στην Αυστρία. Ειδικότερα, σε ένα βασικό σενάριο ενδέχεται να φτάσει τα 8,35 ευρώ ανά κυβικό μέτρο (m3), από τα χαμηλότερα στην ΕΕ, όταν στην Ουγγαρία μπορεί να φτάσει τα 17,16 ευρώ και στην Πολωνία τα 15,23 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση σήμερα στην Ελλάδα, με μέσο ετήσιο μισθό 17.013 ευρώ, το κόστος είναι 1,30 ευρώ/m3, στην Ιταλία με μέσο μισθό 32.749 ευρώ το κόστος είναι 2,10 ευρώ/m3, στην Ισπανία με μέσο μισθό 32.587 ευρώ το κόστος είναι 2,27 ευρώ/m3 και στην Αυστρία με μέσο μισθό 54.508 ευρώ το κόστος είναι 3,70 ευρώ/m3, ενώ στη Νορβηγία στα 6,24 ευρώ/m3 με μέσο μισθό 45.798 ευρώ και στη Δανία 9,32 ευρώ/m3 με μέσο μισθό 67.604 ευρώ.
Φωτογραφία αρχείου: Φράγμα Ποταμών – Πηγή: Βαγγέλης Δεσποτάκης
Πηγή: ot.gr