Η μονή Αρκαδίου ύψωσε το αίτημα της κρητικής ελευθερίας και ξεσήκωσε τα φιλελληνικά αισθήματα της Ευρώπης, αλλάζοντας τη νοοτροπία και την τακτική των ευρωπαϊκών δυνάμεων απέναντι στο Κρητικό ζήτημα.
Οι ιστορική μνήμη του Αρκαδίου πτυχές της οποίας ανέλυσε στο Ράδιο Κρήτη και την εκπομπή του Λευτέρη Βαρδάκη ο ιστορικός και συγγραφέας κ.Γιώργος Παναγιωτάκης ανέδειξε και την ανάγκη κειμήλια εκείνης της θυσίας να επιστρέψουν στον τόπο όπου με τραγικό τρόπο άφησαν το αποτύπωμά τους.
Ένα από αυτά είναι και το μεγάλο κανόνι που χρησιμοποίησαν οι τούρκοι για να γκρεμίσουν την κεντρική είσοδο της Μονής την περίφημη μπουμπάρδα ή κουτσαχείλα που μετέφερε ο Μουσταφά πασάς κατά τη διάρκεια της πολιορκίας.
Αργότερα έπεσε ως λάφυρο στα χέρια των Ρώσων που το μετέφεραν στη Ρωσία και σήμερα μπορεί να βρίσκεται στην Οδησσό στο Κίεβο ή στο Χάρκοβο της Ουκρανίας.
Όπως είπε ο κ.Παναγιωτάκης χθες Δευτέρα σε εκδήλωση στα Ανώγεια όπου παραβρέθηκε ως ομιλητής για το Αρκάδι συνέταξε ένα ψήφισμα που θα περάσει από το Δημοτικό Συμβούλιο Ανωγείων με το οποίο ζητείται από τη Ρωσία να επιστρέψει αυτό το μεγάλο πυροβόλο στην Κρήτη και να τοποθετηθεί στο Αρκάδι.
Για το λόγο αυτό ζητείται η παρέμβαση της Ρωσικής Πρεσβείας αλλά η συνδρομή του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών ώστε να βρεθεί το κανόνι που ήταν το πιο μεγάλο από τα κανόνια του Ούγγρου μηχανικού Ουρβανού, τον οποίον είχε προσλάβει ο Μωάμεθ για να του κατασκευάσει όπλα και κανόνια.Επίσης ζητούν από Μοναστήρι της Τρίπολης όπου βρίσκεται την επιστροφή του εξοπλισμού του ήρωα Ανθυπολοχαγού Δημακόπουλου που καταγόταν από την περιοχή αλλά πολέμησε στο Αρκάδι.
Οι μπομπάρδες είχαν εγκαταλειφθεί ως ξεπερασμένες από τις περισσότερες ευρωπαϊκές δυνάμεις το 1453, αλλά έπαιξαν κρίσιμο ρόλο εκείνο το έτος στη πτώση της Κωνσταντινούπολης, το τελευταίο Χριστιανικό φρούριο στην Ανατολή. Επί αιώνες τα μεγάλα τείχη της βυζαντινής πρωτεύουσας και οι υπερασπιστές της είχαν απωθήσει τους εισβολείς, συμπεριλαμβανομένης μιάς πρωτύτερης απόπειρας το 1422 από τον σουλτάνο Μουράτ τον Β’ (πού βασίλεψε τη περίοδο 1421–1451). Παρόλο πού ο Μουράτ είχε χρησιμοποιήσει μπομπάρδες κατά της πόλης, αυτές απέβησαν αναποτελεσματικές, έτσι εν συνεχεία αυτός υποχώρησε. Ο διάδοχός του, πάντως, ο Μεχμέτ ο Β’ (πού γεννήθηκε το 1432 και βασίλεψε τις περιόδους 1444–1446 και 1451– 1481), γνωστός επίσης ως Μωάμεθ ο Πορθητής, είχε έμφυτη εκτίμηση για το πυροβολικό και τη χρήση του κατά τη τεχνική της πολιορκίας.
Ο κατασκευαστής του φοβερού κανονιού
Το 1452, ένας ούγγρος χύτης κανονιών ονόματι Orban (Ουρβανός) έφθασε στην Κωνσταντινούπολη, αναζητώντας τη τύχη του στην αυτοκρατορική αυλή. Ήταν ένας από τους πολλούς σε αριθμό τεχνικούς μισθοφόρους πού πωλούσαν τη τέχνη τους γυρολογώντας στα Βαλκάνια και πού πρόσφερε στον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον ΙΑ’ τον Παλαιολόγο μιά από τις πλέον ακριβές ικανότητες της εποχής. Την ικανότητα να κατασκευάζει, με τήξη ορειχάλκου σε προσχεδιασμένα καλούπια, μεγάλα μπρούτζινα κανόνια. Ο Κωνσταντίνος ενδιαφέρθηκε πάρα πολύ για τη προσφορά του Ουρβανού και έδωσε εντολή μίσθωσής του με ένα μικρό μισθό ώστε να τον κρατήσει στη Πόλη. Όμως ο Κωνσταντίνος είχε λίγα διαθέσιμα κεφάλαια για να επενδύσει στη κατασκευή νέων όπλων. Τα μπρούτζινα κανόνια ήσαν πάρα πολύ ακριβά, κατά πολύ πάνω από τα οικονομικά μέσα άμεσης πληρωμής σε μετρητά του αυτοκράτορα. Η ισχνή αμοιβή του Ουρβανού δεν δινόταν ούτε τακτικά και καθώς ο καιρός διήρχετο ο αρχιτεχνίτης έγινε άπορος. Έτσι αργότερα κατά το ίδιο έτος αποφάσισε να βρει τη τύχη του αλλού...
ekriti.gr