Η ζοφερή εικόνα για το κλίμα που ξεδιπλώνεται προκαλεί αγωνία για το τι ξημερώνει το αύριο, καθώς αποκαλύπτει για την περιοχή μας, που περιλαμβάνει την Ελλάδα και την Κρήτη, αύξηση από 0,8oC έως 1,2oC σε σχέση με τον προηγούμενο αιώνα, γεγονός που καταδεικνύεται από όλο και περισσότερες επιστημονικές μελέτες. Πιο πρόσφατη πινελιά στον καμβά αποτελεί μια νέα συγκεντρωτική για την Ευρώπη έρευνα, με τον σχετικό χάρτη που τη συνοδεύει εύγλωττο.
Πρόκειται για το αποτέλεσμα συστηματικών μετρήσεων και καταγραφών με ένα εντυπωσιακό αριθμό δεδομένων, πάνω από 100 εκατομμύρια ανά την Ευρώπη, που χτυπάει το “καμπανάκι” του κινδύνου. Με βάση τα στοιχεία αποκαλύπτεται ότι κάθε μεγάλη πόλη στη Γηραιά ήπειρο είναι πλέον πιο ζεστή σε σχέση με τον προηγούμενο αιώνα, με τις περιοχές που έχουν δει τον υδράργυρο να εκτοξεύεται στο κόκκινο να είναι κυρίως οι υπο-αρκτικές στη Σκανδιναβική Χερσόνησο.
Η μελέτη, που παρουσιάζεται από το ευρωπαϊκό δημοσιογραφικό δίκτυο VoxEurop, αποτελεί αποκλειστικότητα του European Data Journalism Network (EDJNet), οι δημοσιογράφοι του οποίου ανέλυσαν τα αποτελέσματα των μετρήσεων που πραγματοποίησε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Μεσοπρόθεσμων Προγνώσεων (European Centre for Medium - Range Weather Forecasts - ECMWF), με ένα μεγάλο δίκτυο επίγειων σταθμών, δορυφόρων και μετεωρολογικών μπαλονιών. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε είναι σε θέση να καταστήσει δυνατές τις συγκρίσεις στον χώρο και τον χρόνο βλέποντας τη συνολική τάση.
Η Κρήτη στην “καρδιά” του προβλήματος
Το νησί μας με το να βρίσκεται στην “καρδιά” μιας από τις πιο ευάλωτες περιοχές της Ευρώπης, της Μεσογείου, θα βρεθεί στο μάτι του... “τυφώνα”. Η αύξηση έστω και ένα βαθμό Κελσίου είναι εξαιρετικά σημαντική, όπως μας εξήγησε ο ερευνητής του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Μιχάλης Δρετάκης. Αν σκεφτεί κανείς ότι θεωρητικά τουλάχιστον, με βάση παλαιοκλιματικά δεδομένα, την Παγετώνια περίοδο στην περιοχή μας η θερμοκρασία έπεσε κατά 2 βαθμούς Κελσίου, αντιλαμβάνεται τι σημαίνει ο ένας βαθμός επιπλέον αύξηση για την κλιματική ισορροπία.
Οι εκτιμήσεις με βάση τα στοιχεία από τα μοντέλα δείχνουν ότι μέσα στον αιώνα η αύξηση της θερμοκρασίας θα φτάσει τους 2 με 3oC, γεγονός που θα σημάνει σε πρώτη φάση μεγαλύτερη εξάτμιση των υδάτων από τη θάλασσα, άρα μεγαλύτερη ποσότητα υδρατμών, περισσότερες ξηρές περιόδους και κατακλυσμιαίες βροχές, σε λιγότερες όμως μέρες, και μείωση των ψυχρών εισβολών που φέρνουν το πολύτιμο νερό και το χιόνι. Ο ίδιος πάντως επισημαίνει ότι απαιτείται μελέτη των στοιχείων σε βάθος χρόνου, προκειμένου να έχει κανείς τη συνολική εικόνα και να αποδώσει στις κλιματικές αλλαγές όσα συμβαίνουν και στο νησί μας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν το φετινό καλοκαίρι. Όπως μας υπενθύμισε ο κ. Δρετάκης, οι θερινές βροχές ήταν ακραίες αυτή τη χρονιά. Τοπικές μεν στη βάση και της αρχής των μικροκλιμάτων που διέπει την Κρήτη, αλλά ασυνήθιστες. Για παράδειγμα, ο μέσος όρος υετού στον νομό Ηρακλείου είναι δύο ημέρες τον Ιούνιο, μία τον Ιούλιο και μία ή καμία τον Αύγουστο. Φέτος όμως είχαμε μέχρι και δέκα μέρες τον Ιούνιο, δύο τον Ιούλιο και τρεις τον Αύγουστο, ενώ καταγράφηκαν μεγάλες διαφορές ανά περιοχή. Για παράδειγμα, στη Μεσαρά σε κάποια σημεία έριξε ακόμα περισσότερο νερό.
Αφύσικο επίσης είναι το γεγονός ότι σημειώνονται όλο και περισσότερες ημέρες ζέστης. Μολονότι απουσίασαν τα κύματα καύσωνα, η μέση τιμή θερμοκρασίας δεν ήταν πιο χαμηλή, αλλά πιο υψηλή της 50ετίας, παρά τις βροχές που δεν κατάφεραν να ψυχράνουν την ατμόσφαιρα. Αυτό, αν μη τι άλλο, είναι μια σαφής ένδειξη της αύξησης της θερμοκρασίας. Ο κ. Δρετάκης ανακάλεσε στη μνήμη το ότι τη δεκαετία του ’70 σπάνια η θερμοκρασία ξεπερνούσε στο Ηράκλειο τους 30 βαθμούς Κελσίου, ενώ τώρα αυτό είναι σχεδόν ο κανόνας.
Η δραματική αύξηση
Όπως διαπιστώνεται, η μεγαλύτερη αύξηση της θερμοκρασίας σε σχέση με τον προηγούμενο αιώνα καταγράφεται στον Βορρά της Σκανδιναβικής Χερσονήσου, φτάνοντας τους +2 βαθμούς Κελσίου, όπως επίσης και στις ανατολικές Ιταλικές Άλπεις. Στην ίδια ζώνη βρίσκονται πόλεις που κατηγοριοποιούνται στην επόμενη ομάδα, στην οποία διαπιστώνεται αύξηση από 1,6 βαθμούς Κελσίου έως 2 βαθμούς. Οι χώρες της Βαλτικής, η Δανία, η ανατολική Ρουμανία, τμήμα της κεντρικής Ιταλίας και της Ισπανίας, της Πολωνίας και της Βοσνίας έχουν δει τον υδράργυρο να ανεβαίνει κατά 1,2 έως 1,6 βαθμούς Κελσίου, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, καταγράφει αύξηση από 0,8oC έως 1,2oC.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι πουθενά δεν αναφέρεται μείωση της θερμοκρασίας (πάντα σε σχέση με τον μέσο όρο του προηγούμενου αιώνα) ή έστω μια σταθερή κατάσταση. Οι ερευνητές του EDJNet, εξετάζοντας τα καθημερινά καιρικά στοιχεία, μπόρεσαν να δείξουν πώς άλλαξε η ισορροπία μεταξύ ζεστών και κρύων ημερών τα τελευταία 117 χρόνια. Όπως αναφέρουν ενδεικτικά, στο Σπλιτ, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Κροατίας, ο αριθμός των ημερών όπου η μέση θερμοκρασία έφτασε τους 27οC από τις λιγότερες από μία ανά έτος στον 20ό αιώνα απογειώθηκε στις 14 τον χρόνο τον 21ο αιώνα. Ταυτόχρονα μειώθηκε ο αριθμός των ψυχρών ημερών στις περισσότερες από τις πόλεις, όπως στην πρωτεύουσα της Λετονίας, Ρίγα, όπου οι μέρες με μέσο όρο θερμοκρασίας κάτω από -1οC, από 75 τον χρόνο που ήταν τον περασμένο αιώνα, έπεσαν στις 57 τον 21ο.
Οι συνέπειες
Τις συνέπειες περιέγραψε με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο η επικεφαλής του Ινστιτούτου Κλιματολογίας της Σλοβενίας Μόικα Ντολινάρ: «Μια πιο θερμή ατμόσφαιρα μπορεί να απορροφήσει περισσότερο νερό πριν το “επιστρέψει” με τη μορφή βροχής. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της μεγαλύτερης εξάτμισης τα χρονικά διαστήματα μεταξύ των βροχοπτώσεων θα επιμηκύνονται και τα φαινόμενα ξηρασίας θα γίνονται πιο συχνά. Στον αντίποδα, η υψηλότερη συγκέντρωση υδρατμών στην ατμόσφαιρα λόγω της μεγαλύτερης ποσότητας νερού θα προκαλεί πιο συχνές και επικίνδυνες πλημμύρες».
Οι συνέπειες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα: από το αυτονόητο, όπως οι καταστροφές στην αγροτική παραγωγή, έως τον δείκτη θνησιμότητας με πολύ συγκεκριμένα παραδείγματα από τους καύσωνες που προκλήθηκαν μετά το 2000, με πιο θανατηφόρο εκείνο του 2003 που προκάλεσε την απώλεια 70.000 τουλάχιστον ανθρώπινων ζωών, αλλά και το καλούμενο κύμα “Λούσιφερ 2017” την προηγούμενη χρονιά, όπου Βαλκάνια, Ιταλία και Ισπανία είδαν τη θερμοκρασία να εκτινάσσεται πάνω από τους 40oC αρκετές φορές μέσα στο καλοκαίρι του 2017. Υπάρχουν, όμως, και άλλες παράμετροι που δύσκολα μπορεί να βάλει ο νους. Όπως αναφέρεται στη σχετική έρευνα, η υψηλή θερμοκρασία μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στην απόδοση μαθητών ειδικά στα Μαθηματικά, όταν ο υδράργυρος ξεπερνά τους 22oC.
Το φαινόμενο μπορεί να έχει ακόμα σοβαρότερες διαστάσεις, οι οποίες επί του παρόντος δεν έχουν αξιολογηθεί. Επίσης εγκληματολόγοι στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν συνδέσει την αύξηση των αιματηρών επεισοδίων από τη δεκαετία του ’80 και με την αύξηση στη θερμοκρασία. Παρόμοιες αναλύσεις, πάντως, μέχρι στιγμής δεν έχουν πραγματοποιηθεί επί ευρωπαϊκού εδάφους. Περισσότερη ζέστη σημαίνει προβλήματα στις οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές λόγω της συμπεριφοράς του μετάλλου (συστολή-διαστολή) στις ράγες και της ασφάλτου. Και βεβαίως ας μην ξεχνάμε την παράμετρο των πόλεων-θερμοκηπίων που ευθύνεται για πολλές από τις συνέπειες στην υγεία των κατοίκων σε περιόδους καύσωνα. Και εδώ βεβαίως η “μαγική” λέξη “κλειδί” είναι η “προσαρμογή”, καθώς η κατάσταση προσλαμβάνει πλέον τον χαρακτήρα του επείγοντος για την εκπόνηση σχεδίων αντιμετώπισης των ζοφερών σεναρίων για τις συνέπειες από τις κλιματικές αλλαγές.
2oC: Το όριο του κλιματικού Αρμαγεδδώνα
Το όριο που έχει θέσει η διεθνής συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα είναι να σταματήσει η αύξηση της θερμοκρασίας στους 1,5οC. Όμως ίσως είναι πολύ αργά, καθώς επιστήμονες θεωρούν ότι οι 2 βαθμοί Κελσίου αποτελούν την “κόκκινη γραμμή”. Δεν έχει στεγνώσει άλλωστε ακόμα το μελάνι της προειδοποίησης της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή στην πρόσφατη έκθεσή της: Ο πλανήτης βρίσκεται πλέον σχεδόν εκτός στόχου για τη συγκράτηση της ανόδου της θερμοκρασίας στον ενάμισι βαθμό Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, ενώ αντίθετα κινείται ολοταχώς προς τους δύο ή και τους τρεις βαθμούς, κάτι που θα καταστήσει σοβαρή απειλή την κλιματική αλλαγή έως το 2040.
Η έκθεση του ΟΗΕ επισημαίνει ότι το ενδεχόμενο αύξησης της θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς Κελσίου θα έχει καταστροφικές συνέπειες, όπως άνοδο της στάθμης των θαλασσών, εξάπλωση των ερήμων, απώλεια φυσικών οικοτόπων και ειδών, λειώσιμο των πάγων και αύξηση του αριθμού έντονων καταιγίδων που θα επηρεάσουν δραματικά την υγεία των ανθρώπων, την ποιότητα ζωής, την ασφάλεια και την οικονομική ανάπτυξη. Ειδικά για τη Μεσόγειο, πρόσφατη μελέτη που διενήργησαν ειδικοί του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας προβλέπει ότι οι συνέπειες θα είναι δραματικές μέχρι τα τέλη του αιώνα. Χρησιμοποιώντας ιστορικά δεδομένα και υπολογιστικά μοντέλα, “είδαν” στο μέλλον ένα τρομακτικό σκηνικό πρωτόγνωρο για τον ευρωπαϊκό Νότο τα τελευταία 10.000 χρόνια.
Η αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από τους 2oC θα σήμαινε ότι η νότια Ισπανία θα μετατρεπόταν σε έρημο και τα δάση της Μεσογείου θα εξαφανίζονταν από τον χάρτη ως το 2100. Οι επιστήμονες, εξετάζοντας τις περιβαλλοντικές αλλαγές στη Μεσόγειο και κυρίως τις συνέπειες των διακυμάνσεων της θερμοκρασίας στη χλωρίδα τα τελευταία 10.000 χρόνια, κατέληξαν σε τέσσερα σενάρια. Τα τρία από αυτά έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί από ειδικούς για να προβλέψουν τις μελλοντικές αλλαγές στο κλίμα, ενώ το τέταρτο δείχνει την εικόνα αν η αύξηση της θερμοκρασίας μείνει στο όριο ή κάτω από τους 1,5οC αυτό τον αιώνα. Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτό το σενάριο, το μόνο που δείχνει ότι η Μεσόγειος θα κατάφερνε να μείνει μέσα στο πλαίσιο των αλλαγών που έχουν ξανασημειωθεί στα τελευταία 10.000 χρόνια, θεωρείται εξαιρετικά φιλόδοξο, με δεδομένο ότι ήδη η αύξηση της θερμοκρασίας έχει ξεπεράσει κατά μέσο όρο τον 1oC σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Στον αντίποδα, το πλέον απαισιόδοξο σενάριο με αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από 2oC προβλέπει ότι η έρημος θα “καταπιεί” τη ζωή στο Νότο της Ισπανίας, στη Βόρεια Αφρική και την Εγγύς Ανατολή, ενώ η βλάστηση για να επιβιώσει θα στραφεί προς τα βουνά από τις παράκτιες περιοχές. Η Μεσόγειος έχει ιδιαίτερη σημασία για ολόκληρη την Ευρώπη, καθώς θεωρείται ένα hotspot για τη βιοποικιλότητα και το τοπίο, με δεδομένη και την ιστορικότητά της. Είναι χαρακτηριστικές οι αναφορές στη μελέτη ότι κλιματικές αλλαγές, σε μικρότερη καταστροφική πορεία από αυτή που ακολουθούμε τώρα, προκάλεσαν σημαντικές πολιτικές και κοινωνικές ανατροπές στην περιοχή σε πολλές περιόδους της αρχαιότητας, οδηγώντας μεταξύ άλλων και σε μείζονες μεταναστευτικές κρίσεις.
Το σκηνικό περιγράφει εύγλωττα, με αφορμή την τελευταία έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ, ο Άντερς Λέβερμαν, που διερευνά τη δυναμική του κλιματικού συστήματος στο Ινστιτούτο Έρευνας Κλιματικών Επιπτώσεων του Πότσνταμ. «Στην πραγματικότητα, απλά μας εκπλήσσουν τα γεγονότα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Τα πάντα χειροτερεύουν ταχύτερα από ό,τι προβλέπαμε». Οι επιστήμονες έχουν προσπαθήσει πολύ καιρό να υπολογίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής με τη βοήθεια στατιστικών στοιχείων. «Τώρα τα γεγονότα μας ξεπερνούν. Οι ακραίες καιρικές συνθήκες είναι διαφορετικές. Έχουν γίνει πιο απρόβλεπτες σε όλο τον κόσμο. Τον Δεκέμβριο του περασμένου έτους είχαμε ξαφνική σφοδρή χιονόπτωση από το Σικάγο ως τη Νέα Υόρκη, η οποία είχε σχεδόν παραλύσει την οικονομική ζωή. Τον Ιανουάριο, οι θερμοκρασίες στη Σιβηρία αυξήθηκαν κατά 55 βαθμούς μέσα σε πέντε ημέρες. Αν κατορθώσουμε να περιορίσουμε την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη λιγότερο από 1,5 βαθμούς Κελσίου, θα συνεχίσουμε να έχουμε το κλίμα που γνωρίζουμε», λέει ο Λέβερμαν. «Αλλά μόλις ξεπεράσουμε αυτό το σύνορο, ο κόσμος θα αλλάξει πολύ. Στη συνέχεια θα μπούμε σε έναν κόσμο με ένα κλίμα που δε γνωρίζουμε. Έτσι, η στάθμη της θάλασσας θα ήταν δέκα εκατοστά υψηλότερα σε σχέση με το τέλος του αιώνα. Ο Αρκτικός Ωκεανός θα μένει πιθανώς χωρίς πάγους τουλάχιστον μία φορά τη δεκαετία (αντί για μία φορά τον αιώνα). Και όλοι οι κοραλλιογενείς ύφαλοι θα πεθάνουν».
neakriti.gr