Συγκεκριμένα, πάνω από ένας στους πέντε Έλληνες (το 21,1%) δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει τουλάχιστον τέσσερις από τις ανάγκες, που θεωρούνται από τους περισσότερους ανθρώπους επιθυμητές ή απαραίτητες για να έχουν μία ικανοποιητική ζωή.
Υψηλότερο ποσοστό ανέφεραν μόνο οι Βούλγαροι (30%), ενώ οι Ρουμάνοι και οι Ούγγροι ήταν στην τρίτη και την τέταρτη θέση με 19,4% και 14,3%, αντίστοιχα.
Στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το σχετικό ποσοστό μειώθηκε πέρυσι στο 6,7%, συνεχίζοντας την πτωτική τάση που ακολουθεί από το 2012, όταν έφθασε στο υψηλότερο επίπεδο (9,9%). Συνολικά 33 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ βρέθηκαν πέρυσι σε αδυναμία να καλύψουν βασικές ανάγκες τους.
Αξιοσημείωτη ήταν η βελτίωση των Ρουμάνων πέρυσι, οι οποίοι το 2016 ήταν στη δεύτερη θέση της σχετικής λίστας της Eurostat με ποσοστό 23,8%. Το ποσοστό μειώθηκε σημαντικά και σε άλλες χώρες, όπως στην Ιταλία (από 12,1% σε 9,2%), την Κροατία (από 12,5% στο 10,3%), τη Βουλγαρία (από 31,9% σε 30,0%) και την Κύπρο (από 13,6% σε 11,7%).
Οι βασικές ανάγκες που αναφέρει η Eurostat ως επιθυμητές ή αναγκαίες για μία ικανοποιητική ζωή των πολιτών είναι οι ακόλουθες:
Η έγκαιρη πληρωμή των λογαριασμών
Η επαρκής θέρμανση του σπιτιού τους
Η αντιμετώπιση απρόβλεπτων δαπανών
Η δυνατότητα να τρώνε τακτικά κρέας (ή ψάρι ή το ισοδύναμό τους σε λαχανικά)
Να έχουν πλυντήριο ρούχων
Να έχουν αυτοκίνητο
Να κάνουν μια εβδομάδα διακοπές εκτός σπιτιού
Να έχουν τηλέφωνο
Να έχουν τηλεόραση
enikonomia.gr