Πολυχρονάκης: Η στήριξη και η αναβάθμιση των ήδη υπαρχόντων θερμοκηπίων θα εξασφαλίσει την συνέχεια της καλλιέργειας κηπευτικών στην Ελλάδα
Με 15% αύξηση η εξαγωγή κηπευτικών αλλά και μείωση της μεσοπρόθεσμης τιμής
Για τις εξαγωγές και τις εισαγωγές που γίνονται στην Ελλάδα μίλησε ο κος Γ. Πολυχρονάκης, Ειδικός Σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών Incofruit Hellas, στον Ηχώ 99,8. Όπως είπε, η εικόνα είναι ότι η εγχώρια παραγωγή δεν μπορεί να καλύψει την ελληνική αγορά και έτσι αναγκάζεται και κάνει εισαγωγές οι οποίες αυξάνονται χρόνο με τον χρόνο. Το αποτέλεσμα είναι, ότι αν και έχουμε θετικό κλίμα στο σύνολο των εξαγωγών, φαίνεται ότι τα κηπευτικά στο γενικό τους σύνολο έχουν κινηθεί με μια αύξηση των εξαγωγών τους κατά 15%, αλλά με μία μείωση της μεσοσταθμικής τιμής τους κατά 5,5%. Αντίστοιχα, οι εισαγωγές σε λαχανικά έχουν αυξηθεί κατά 3%, αλλά με μία αντίστοιχη μείωση της τιμής τους γύρω στο 7%. Αυτή η διαφορά μεταξύ της τιμής εξαγωγής που θεωρητικά, είναι συμμετρικά κατανεμημένη, επηρεάζει αντίστοιχα το εισόδημα του δικού μας παραγωγού που μπορεί να έχει κάποια μείωση γύρω στο 5%. Αυτό το εμφανίζουν και τα αγγούρια που έχουν μια μείωση γύρω στο 15 με 16% μεσοσταθμικά και αρχίζουν τώρα να κινούνται.
Τόνισε την ανάγκη να γίνει αντιληπτό ότι το πρόβλημα της χώρας όσον αφορά τα κηπευτικά είναι ότι πρέπει να επαναπροσδιοριστούν και να αναδιαρθρωθούν οι καλλιέργειες, ούτως ώστε να μπορέσουμε να έχουμε προϊόντα ακόμα και στις χρονικές περιόδους που δεν έχουμε και έτσι να μπορέσουμε να υποκαταστήσουμε τα εισαγόμενα κηπευτικά, τα οποία έχουν γίνει «βραχνάς», ανέφερε ο κος Πολυχρονάκης. Τον τελευταίο καιρό, η τοποθέτηση γύρω από το θέμα της επιδότησης των θερμοκηπίων θα έπρεπε να είναι το πως η πολιτεία θα έπρεπε να εξασφαλίσει τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων θερμοκηπίων προκειμένου να προσαρμοστούν στις κλιματικές αλλαγές που έχει η χώρα, είπε, και τόνισε ότι για όλα υπάρχουν λύσεις αρκεί να υπάρχει πολιτική βούληση και οι αντίστοιχες παρεμβάσεις προκειμένου να ξεπεραστούν οι δυσκολίες.
Σε ερώτηση του κ. Βενέτη για την εισαγωγή 28.000 τόνων ντομάτας από Τουρκία, Πολωνία και Ολλανδία και τα υπολείμματα φαρμάκων που βρίσκονται πολλές φορές σε αυτές ή ακόμα χειρότερα στο βάφτισμά τους σε Ελληνικές, ο κος Πολυχρονάκης απάντησε ότι όλα αυτά τα έχει φέρει ο ίδιος στην δημοσιότητα κατά καιρούς και έχει γίνει όλος αυτός ο αγώνας. Δεν είναι τυχαίο, είπε, ότι όταν επεστράφησαν ντομάτες που εισήχθησαν από την Τουρκία και επανεξάχθηκαν προς το Ισραήλ, επεστράφησαν και από το Ισραήλ και όταν έγιναν έλεγχοι μετά από πιέσεις του Συνδέσμου στις αγορές, διαπιστώθηκε ότι στις ντομάτες υπήρχαν υπολείμματα φυτοφαρμάκων. Τότε, βγήκε ο Yφυπουργός και ανέφερε ότι κατεστράφησαν 200 τόνοι ντοματών αλλά όπως μας ενημέρωσε ο κος Πολυχρονάκης, στα επίσημα μηνιαία δελτία που βγάζει το υπουργείο αναφερόταν ότι υπήρχαν ευρήματα για υπολείμματα φυτοφαρμάκων σε 11 φορτία με ντομάτες αλλά μόνο ένα φορτίο κατεστράφη με τον ίδιο να αναρωτιέται που είναι οι υπόλοιποι 200 τόνοι.
Σχετικά με την σχέση της τιμής παραγωγού- καταναλωτή, ο κος Πολυχρονάκης μας ενημέρωσε ότι παλαιότερα, σε μελέτη που είχε γίνει από την Επιτροπή Ανταγωνισμού το 2010 και στην οποία συμμετείχαμε, είχαμε τις καλύτερες επιδόσεις με μια σχέση 1 προς 3 μεταξύ τιμής παραγωγής και τιμής του ραφιού. Τώρα, αυτή η σχέση έχει υπερβεί το 1 προς 5, ανέφερε, και συνέστησε περισσότερη παρακολούθηση της συμμετρικής επιβάρυνσης της τροφικής αλυσίδας καθώς αυτό που συμβαίνει είναι ότι όταν αυξάνει η τιμή παραγωγού, έχουμε αυτόματα επιβολή της αύξησης και μάλιστα σε μεγαλύτερο ποσοστό στην τιμή λιανικής πώλησης, ενώ όταν μειώνεται η τιμή του στο λιανικό εμπόριο έχουμε το αντίστροφο. Συνεπώς, για να περιοριστεί αυτό το φαινόμενο θα πρέπει να αυξηθούν οι έλεγχοι και στην ελληνική αγορά.
Φέτος, φτάσαμε στο σημείο να εισαχθούν πέρα από τους 17.000 τόνους ντομάτας από την Τουρκία, ντομάτες και από το Μαρόκο οι οποίες έρχονται στην χώρα μας μέσω Ολλανδίας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, και παρόλο που κάνουν όλη αυτή την διαδρομή, μπορούν να πουληθούν στην ελληνική αγορά σε χαμηλότερες τιμές. Ο κος Πολυχρονάκης εξέφρασε την αγανάκτησή του για αυτή την κατάσταση, καθώς, όπως είπε, γνωρίζει τα αίτια που εμείς δεν έχουμε την δυνατότητα για δεύτερη παραγωγή από τα θερμοκήπια μας το φθινόπωρο για να μπορέσουμε να καλύψουμε τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς. Αντίστοιχα, οι ποσότητες εξαγωγών σε κηπευτικά είναι στάσιμες, εν αντιθέσει με τις ποσότητες των φρούτων μας που έχουν εκτοξευθεί και παρασύρουν τα οπωροκηπευτικά από χρονιά σε χρονιά σε ρεκόρ εξαγωγών, είπε, και προειδοποίησε ότι εάν δεν προσαρμοστούμε στις κλιματολογικές συνθήκες, θα εγκαταλειφθούν αρκετές καλλιέργειες κηπευτικών.
Όσον αφορά την εξαγγελία για το πρόγραμμα των 600 εκατομμυρίων από τα οποία θα χορηγηθεί μόνο 1 εκατομμύριο για ίδρυση νέων θερμοκηπίων, σχολίασε ότι θα μας οδηγήσει σε μονάδες των 9, 10 στρεμμάτων θερμοκηπίου τα οποία δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν από άποψη εκμετάλλευσης και κατά συνέπεια το πρόγραμμα θα αποτύχει. Εξήγησε ότι θα πρέπει οι υφιστάμενες μονάδες και οι αγρότες με εξειδίκευση στα χωράφια τους, να μπορέσουν να συνεχίσουν να κάνουν τη δουλειά τους με το να εκσυγχρονιστούν και να προσαρμοστούν στις νέες κλιματικές συνθήκες. Διαφορετικά, θα έχουμε και εγκατάλειψη καλλιεργειών και μη ύπαρξη αγροτών στο μέλλον.
Συνεχίζοντας, μίλησε για τις χώρες όπως η Αλβανία, η Τουρκία, η Αίγυπτος και το Μαρόκο οι οποίες μας ανταγωνίζονται και με ποιοτικά προϊόντα και με χαμηλότερες τιμές καθώς έχουν χαμηλότερο κόστος. «Εμείς μπήκαμε σαν χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σχεδόν αποκλειστικά για λόγους οικονομίας της γεωργίας. Εάν λοιπόν δεν έχουμε την κοινοτική προτίμηση στα κοινοτικώς παραγόμενα προϊόντα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, που καθορίζει τους κανόνες για την καλλιέργεια και την παραγωγή των προϊόντων της, δεν εφαρμόζει αυτούς τους κανόνες και στα εισαγόμενα προϊόντα αλλά συνάπτει συμφωνίες με τρίτες χώρες, τότε έχουμε αθρόα εισαγωγή από όλες αυτές τις τρίτες χώρες, με αθέμιτες πρακτικές, αφού δεν τηρούνται τα ίδια παραστατικά κάτι που είναι θέμα πολιτικής.»
Ο σκοπός είναι να έχουμε φθηνό κόστος γύρω γύρω σαν Ευρωπαϊκή Ένωση, για να έχουμε χαμηλότερο δείκτη καταναλωτή και από την άλλη μεριά να ενισχύσουμε την βιομηχανία μας που υποτίθεται έχει μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία. Ωστόσο, ο κίνδυνος που υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι να εγκαταλειφθεί η καλλιέργεια στην Ευρώπη και να εξαρτόμαστε αποκλειστικά και μόνο από τρίτες χώρες κάτι που είναι πολύ πιθανό να συμβεί εάν δεν επανέλθει η προνομιακή προστασία.
Τόνισε, ότι θα πρέπει να κινητοποιηθούν και οι εκπρόσωποι της παραγωγής μας διότι σε συμφωνίες που γίνονται, η χώρα μας δεν έχει την δυναμική αντίδραση που θα έπρεπε να έχει. Συνεπώς, είναι θέμα ελέγχου και κυρίως Ελληνικού ενδιαφέροντος.
Λάδι
Όσον αφορά το λάδι, μας ενημέρωσε ότι ενώ στην Ισπανία έπεσε κάτω από 50%, η αντίστοιχη μείωση δεν έχει αρχίσει να εμφανίζεται στις διεθνείς αγορές με τον κ. Πολυχρονάκη να πιστεύει ότι θα εξισορροπήσει σε μια μέση τάση μεταξύ αυτής της πτώσης στον παραγωγό και της τιμής που υπάρχει αυτή τη στιγμή στα ράφια των σούπερ μάρκετ. Γενικά, όταν οι τιμές σε ένα προϊόν υπερβούν ένα ύψος, τότε υπάρχει υποκατανάλωση από τους καταναλωτές και στροφή προς άλλα, παρεμφερή προϊόντα, ανέφερε και αυτό συνέβη και στο λάδι αφού πολλοί καταναλωτές έφυγαν από την κατανάλωση ελαιολάδου και στράφηκαν σε άλλα έλαια σε διεθνές επίπεδο. Κατά συνέπεια, η κατανάλωση και η ζήτηση έχουν μειωθεί δραστικά και δραματικά και αυτός είναι ίσως ένας από τους κύριους λόγους της μείωσης της τιμής.
Αυτό που θα πρέπει να γίνει, σύμφωνα με τον κ. Πολυχρονάκη, είναι να υπάρξει πίεση προκειμένου να δούν τον πρωτογενή τομέα στην χώρα μας διαφορετικά και να τον στηρίξουν ώστε να κρατηθούν οι αγρότες μας στην παραγωγή με ένα ικανοποιητικό εισόδημα. Διαφορετικά, το ισοζύγιο θα είναι αρνητικό. Ήδη, το ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων μεταβλήθηκε από θετικό, με 350 εκατομμύρια που ήταν πέρυσι, σε αρνητικό, με 110 εκατομμυρία στο αντίστοιχο δεκάμηνο, και αυτό οφείλεται περισσότερο στο λάδι, το οποίο έχει χάσει περίπου 600 εκατομμύρια ευρώ μέσα σε 11 μήνες. Θα πρέπει λοιπόν να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή, επεσήμανε.
Κλείνοντας, είπε ότι θα ήθελε να υπάρξει περισσότερη παρέμβαση των αγροτών μας και των οργανώσεών τους προς την πολιτική ηγεσία, προκειμένου να υπάρχει μεγαλύτερη στήριξη των απόψεων τους στα Ευρωπαϊκά φόρουμ.
-
* Ρεπορτάζ: Μαρία Τσαγκαράκη
* Κείμενο - Επιμέλεια: Ελένη Ζαχαράκη
* Τεχνική επιμέλεια - Υποστήριξη: Κατερίνα Κοντού
- Ακολουθήστε μας στο facebook
- Κάντε εγγραφή στο κανάλι μας στο YouTube