Έντονο προβληματισμό προκαλεί, για μια ακόμη χρονιά, η μεγάλη διαφορά των τιμών παραγωγού στη χώρα μας και την Ιταλία. Ήδη, προ ημερών, η τιμή στην Ιταλία έσπασε το φράγμα των 6 ευρώ ανά κιλό, ενώ η χώρα μας συνεχίζει να κινείται στις τιμές της Ισπανίας. Γιατί θα πρέπει να συμβαίνει κάτι τέτοιο;
Οι θέσεις, για παράδειγμα, του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης, είναι ότι στη χώρα μας οι τιμές παραμένουν χαμηλά, λόγω της πολυδιάσπασης των φορέων που εμπορεύονται το λάδι. Διαφορετική άποψη εκφράζει όμως στην εφημερίδα μας ο ελαιουργός και τυποποιητής ελαιολάδου Μιχάλης Αλμπαντάκης, που κάνει λόγο ακόμα και για κρατική στήριξη του ιταλικού ελαιολάδου, όταν στην Ελλάδα κάτι τέτοιο ακούγεται σαν εξωπραγματικό, αφού η προβολή του προϊόντος γίνεται μόνο από τους φορείς που κάνουν τυποποίηση!
Πιο αναλυτικά, οι τιμές παραγωγού, ενώ στην Ιταλία συνεχίζουν να αυξάνονται υπερβαίνοντας για πρώτη φορά και το φράγμα των 6 ευρώ ανά κιλό, στην Ελλάδα και στην Κρήτη συνεχίζουν αδικαιολόγητα να κινούνται παράλληλα με εκείνες της Ισπανίας.
Έτσι, οι μέγιστες τιμές στην Ιταλία, σύμφωνα με το δελτίο τιμών του ΣΕΔΗΚ της 15ης/1/2019 (www.sedik.gr), έφτασαν στα 6,15 ευρώ, αλλά και ο μέσος όρος των τιμών σε επίπεδο χώρας κυμάνθηκε στα 5,64 ευρώ/κιλό.
Τόσο ο ΣΕΔΗΚ όσο και οι φορείς των αγροτών διερωτώνται γιατί να υπάρχει τόσο μεγάλη διαφορά στις τιμές παραγωγού, όταν η παραγωγή στην Ιταλία και την Ελλάδα, και φυσικά η προσφορά του προϊόντος, είναι χαμηλή. Άρα οι τιμές έπρεπε να αναβαίνουν και στις δύο χώρες. Ωστόσο ανεβαίνουν μόνο στην Ιταλία, ενώ στην Ελλάδα ακολουθούν τις τιμές της Ισπανίας, όπου όμως η φετινή παραγωγή φαίνεται να είναι αυξημένη και φυσιολογικά παρουσιάζονται μειωμένες!
Πάγια θέση του ΣΕΔΗΚ είναι ότι η βασική αιτία έχει να κάνει με το γεγονός πως το χύμα ελαιόλαδο στην Ελλάδα διατίθεται από πολυάριθμους μεσίτες και μεσάζοντες. Τα περισσότερα ελαιοτριβεία της χώρας (περίπου 2.300) και όλα σχεδόν της Κρήτης (περίπου 550) πουλούν χύμα ελαιόλαδο είτε κατευθείαν, είτε μέσω κεντρικών μεσιτών στις τιμές που προσφέρουν κατά καιρούς οι λίγοι μεγάλοι αγοραστές.
Ο ΣΕΔΗΚ συνιστά τη διάθεση του ελαιολάδου με δημοπρασίες ή πλειοδοτικούς διαγωνισμούς και προσφέρει δωρεάν δημοσίευσή τους στην ιστοσελίδα του. Η μέθοδος αυτή έχει ήδη φέρει σημαντικά αποτελέσματα, αφού οι τιμές που επιτυγχάνονται με διαγωνισμούς, που κάνουν συνεταιρισμοί όπως π.χ. οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί Κριτσάς, Ζάκρου, Εμπάρου, Θραψανού, Αγγελιανών, Σελίνου κ.ά., είναι αρκετά υψηλότερες.
«Έχουν κρατική στήριξη»
Από την πλευρά του, ο ελαιουργός και τυποποιητής ελαιολάδου Μιχάλης Αλμπαντάκης σχολιάζει προς την εφημερίδα μας την υπόθεση αυτή, αναφέροντας τα εξής: «Καταρχήν εμείς είμαστε πιο ακριβοί από το ισπανικό λάδι περίπου κατά 20 λεπτά το κιλό. Όσο για την Ιταλία, το λάδι το δικό τους σαφώς είναι πιο ποιοτικό απ’ το δικό μας. Τουλάχιστον για φέτος και για τα προηγούμενα τρία χρόνια. Διότι εκεί οι άνθρωποι παράγουν το λάδι τους στον κοινό σωρό και δουλεύουν πολύ πιο οργανωμένα από μας. Και ταυτόχρονα, το ιταλικό δημόσιο βοηθάει τις ιταλικές εταιρείες και κάνουν πολύ καλύτερη προβολή του ελαιολάδου τους. Καλό θα ήταν λοιπόν ο ΣΕΔΗΚ, ο ΣΕΒΙΤΕΛ και όλοι οι άλλοι φορείς να ψάξουν να βρουν σε ποια τιμή πουλιέται το ιταλικό λάδι στο ράφι, με συνέπεια να υπάρχει και η υψηλότερη τιμή από τη δική μας προς τον παραγωγό».
Μάλιστα, ο Μιχάλης Αλμπαντάκης λέει στη “Νέα Κρήτη” ότι οι καταναλωτές ανά τον κόσμο προτιμούν το ιταλικό λάδι γιατί τους είναι πιο γνωστό μέσα από την προβολή που υπάρχει. «Άρα το πρόβλημα δεν είναι το λάδι το ιταλικό ότι είναι πιο ακριβό στον παραγωγό απ’ ό,τι το ελληνικό. Το πρόβλημα είναι ότι το ιταλικό λάδι πουλιέται πιο ακριβά απ’ ό,τι το ελληνικό. Τα ιταλικά λάδια στο εξωτερικό έχουν τουλάχιστον 4 ευρώ διαφορά ανά λίτρο ή ανά φιάλη σε σχέση με τα ελληνικά».
Έτσι, σύμφωνα με τον κ. Αλμπαντάκη, από τη στιγμή που το ιταλικό υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης διαθέτει κονδύλια και χρηματοδοτεί τη δυναμική προβολή του ιταλικού λαδιού, είναι φυσικό κι επόμενο ο Γερμανός καταναλωτής, ή ο Ευρωπαίος γενικότερα, να προτιμήσει το ιταλικό λάδι στο ράφι κι ας έχει τη διπλάσια τιμή από το ελληνικό.
Σε ό,τι αφορά την ελαιοσυλλογή, ο Μιχάλης Αλμπαντάκης λέει στη “Νέα Κρήτη” ότι «οι Ιταλοί μαζεύουν τις ελιές τους παράλληλα με μας. Τα ελαιοτριβεία τους είναι πιο πολλά απ’ τα δικά μας. Οι παραγωγοί τους έχουν πιο μεγάλο κλήρο από τους δικούς μας. Δεν έχουν δάκο. Άρα φυσιολογικό είναι να έχουν καλύτερο προϊόν... Οι ιταλικές επιχειρήσεις αυτή τη στιγμή είναι πιο γνωστές στην αγορά και έτσι και το λάδι τους είναι πιο γνωστό».
8 ευρώ το λίτρο!
Η σωστή τιμή καταναλωτή στην Ιταλία θα πρέπει βρίσκεται κοντά στα 8 ευρώ/λίτρο. Και αυτό ισχύει με βάση τα δεδομένα της φετινής χρονιάς. Ένα μπουκάλι ενός λίτρου πραγματικού εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου 100% ιταλικής προέλευσης δεν πρέπει να κοστίζει λιγότερο από 8 ευρώ. Κάτω από αυτή την τιμή αρχίζουν οι αμφιβολίες για την ποιότητά του.
Βέβαια, στην Ιταλία, όπως και στις άλλες αγορές, υπάρχουν και οι προσφορές, ακόμα και όταν αυτές είναι κάτω από το κόστος, όπως π.χ. τρεις φιάλες στην τιμή των δύο. Αυτό γίνεται πολλές φορές από τα σούπερ-μάρκετ για να τραβήξουν το ενδιαφέρον του καταναλωτή, ή για να γνωρίσει ένα νέο προϊόν και έτσι να τον προσελκύσουν καλύτερα ως πελάτη τους.
Όμως, περίπου ένα στα δύο μπουκάλια έξτρα παρθένου ελαιολάδου περιέχει άλλα ελαιόλαδα, που στη συνέχεια αναμειγνύονται με ιταλικά ελαιόλαδα, για να δώσουν κάποια «γεύση και την επίτευξη των χημικών παραμέτρων και των βασικών οργανοληπτικών χαρακτηριστικών, ώστε να φέρουν την ένδειξη “έξτρα παρθένο”. Μετά από δύο μήνες στο ράφι, αυτά τα λάδια, στα πάνελ γευσιγνωστικών δοκιμών, παρουσιάζουν αλλοιωμένα τα βασικά οργανοληπτικά τους χαρακτηριστικά», όπως αναφέρει ο Sicolo Gennaro, συντάκτης σε σχετική έρευνα για το ιταλικό ελαιόλαδο και πρόεδρος της Ovicola (οργάνωση που περιλαμβάνει το 50% των ελαιοπαραγωγών της Ιταλίας), κάτι που διαβάζουμε στο olivenews.gr.
Πόλεμος σε βάρος του λαδιού -«Χρειαζόμαστε κι εμείς στήριξη»
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, ο Μιχάλης Αλμπαντάκης επιμένει ότι είναι αισιόδοξος. «Το ελληνικό λάδι θα πάρει σιγά-σιγά τον δρόμο που του αναλογεί. Αν στηριχτούμε κι εμείς από το Ελληνικό Δημόσιο και τις τράπεζες, θα μπορέσουμε να βάλουμε το δικό μας ελαιόλαδο ψηλά στο ράφι. Αν σταματήσει ο πόλεμος που γίνεται σε βάρος του λαδιού μας από τους διάφορους “ειδικούς-γευσιγνώστες”, θα πάει καλύτερα. Και πρέπει να γίνει μια προώθηση για το ελληνικό ελαιόλαδο στις αγορές ανά τον κόσμο και όχι μόνο από την ιδιωτική πρωτοβουλία. Και μην ξεχνάμε ότι οι Ιταλοί εμφιαλώνουν λάδι από το 1920, ενώ εμείς ξεκινήσαμε να εμφιαλώνουμε τα τελευταία δέκα χρόνια».
neakriti.gr