Ερώτηση της Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ για τις επιστροφές των επιδοτήσεων του ρεύματος των επαγγελματιών
Ερώτηση στη Βουλή και Αίτημα Κατάθεσης Εγγράφων προς την κυβέρνηση κατέθεσε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ
Ερώτηση στη Βουλή και Αίτημα Κατάθεσης Εγγράφων προς την κυβέρνηση κατέθεσε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ σχετικά με τις επιστροφές των επιδοτήσεων του ρεύματος των επαγγελματιών.
Όπως αναφέρουν και οι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ στην Ερώτησή τους:
«Στις 10 Ιουνίου 2024, δηλαδή μία ημέρα μετά τις Ευρωπαϊκές Εκλογές, στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως με αριθμό Β’ 3268 δημοσιεύτηκε η αριθμ. ΥΠΕΝ/Δ ΗΕ/62035/1037 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών, Περιβάλλοντος & Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων.
Με την ανωτέρω Κ.Υ.Α. τροποποιείται πολλαπλώς η προγενέστερη ΥΠΕΝ/ΔΗΕ/152/4/2.1.2023 Κ.Υ.Α. και συγκεκριμένα τα άρθρα 2, 3 και 4 αυτής. Ενδεικτικά, «η περ. Β) του άρθρου 2 “Δικαιούχοι της επιδότησης” αντικαθίσταται ως εξής: «Β) Από τον μήνα Φεβρουάριο του 2022 έως τον μήνα Ιούλιο του 2022 ήταν συμβεβλημένοι σε κυμαινόμενα τιμολόγια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας που αναπροσαρμόζονται με βάση τη χονδρεμπορική τιμή αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (“Εφεξής κυμαινόμενα τιμολόγια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας”) και από τον μήνα Αύγουστο του έτους 2022 έως τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 2023 είναι συμβεβλημένοι σε κυμαινόμενα τιμολόγια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας ή σε τιμολόγια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας του άρθρου 138 του ν. 4951/2022 (Α΄ 129), όπως ισχύει. (“Εφεξής κυμαινόμενα τιμολόγια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς ρήτρα αναπροσαρμογής”)».
Τις τελευταίες ημέρες, σφοδρές υπήρξαν οι δίκαιες αντιδράσεις του επιχειρηματικού κόσμου. Ειδικότερα, με την εφαρμογή της προαναφερθείσας Κ.Υ.Α. και σύμφωνα με τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), επιχειρήσεις λαμβάνουν λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος με υπέρογκες χρεώσεις, οι οποίες δεν δικαιολογούνται από τα υφιστάμενα τιμολόγια. Οι αυξημένοι αυτοί λογαριασμοί ρεύματος έχουν εκδοθεί ύστερα από τις προβλέψεις της παραπάνω Κ.Υ.Α., με την οποία δίδεται η δυνατότητα στους παρόχους ενέργειας να ζητήσουν την επιστροφή χρημάτων, τα οποία αντιστοιχούσαν σε επιδοτήσεις που δόθηκαν από το Φεβρουάριου του 2022 έως το Δεκέμβριο του 2023, περίοδο κατά την οποία η ενεργειακή κρίση κορυφωνόταν και έπληττε ασύμμετρα και άνισα κυρίως τους μικρούς και μεσαίους καταναλωτές ρεύματος. Πρόκειται για επιδοτήσεις που προσέγγισαν τα 800 εκ. ευρώ και προήλθαν από το Εθνικό Πρόγραμμα Στήριξης.
Σύμφωνα με τη σχετική Ανακοίνωση της ΓΣΕΒΕΕ το «χαράτσι» αυτό θα κληθούν να καταβάλουν περισσότερες από ένα εκατομμύριο επιχειρήσεις της χώρας. Σύμφωνα με το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών «πρόκειται για ποσά που είχαν καταχωρηθεί εκείνη την περίοδο ως κρατική επιδότηση. Μόνο που τελικά δεν εγκρίθηκε ποτέ η καταβολή τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και πλέον, μετά από πρόσφατη υπουργική απόφαση, οι εταιρείες έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία είσπραξης αυτών των ποσών».
Δεδομένου ότι με την έκδοση των σχετικών λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος, ιδιοκτήτες μικρομεσαίων επιχειρήσεων και επαγγελματίες καλούνται ξαφνικά να επιστρέψουν μεγάλα χρηματικά ποσά.
Δεδομένης της σύγχυσης που επικρατεί στον εν εξελίξει δημόσιο διάλογο για το ύψος των ποσών που πρέπει να επιστραφούν, την έκταση του προβλήματος, αλλά και για τη συγκεκριμένη ημερομηνία στην οποία προέκυψε το πρόβλημα και ενημερώθηκε η Ελληνική Κυβέρνηση γι’ αυτό.
Δεδομένου ότι στα “έχοντας υπόψη” της προμνησθείσας Κ.Υ.Α. και συγκεκριμένα στο αριθμ. 24 σημείο γίνεται αναφορά στην «από 10.8.2023 έως και 15.9.2023 επικοινωνία μέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων (ΚΕΜΚΕ) με την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ιδίως το από 15.9.2023 μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας».
Δεδομένου ότι το μείζον αυτό πρόβλημα προσθέτει ένα ακόμα πλήγμα στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα που ήδη βρίσκεται σε εξαιρετικά δυσμενή θέση λόγω της εκτόξευσης του λειτουργικού κόστους, των υπέρογκων εξόδων της καθημερινότητας, με τη “στρόφιγγα” της τραπεζικής ρευστότητας να είναι ουσιαστικά κλειστή.
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
Πόσες επιχειρήσεις και πόσοι επαγγελματίες θα κληθούν να επιστρέψουν χρήματα, ύστερα από την έκδοση της ανωτέρω Κ.Υ.Α.;
Ποιο είναι το συνολικό ποσό που πρέπει επιστραφεί στους παρόχους;
Ποιος είναι ο ακριβής λόγος για τον οποίο εκδόθηκε την επομένη των Ευρωεκλογών η εν λόγω Κ.Υ.Α.και πότε ακριβώς ενημερώθηκε η Ελληνική Κυβέρνηση;
Οι Αρχές της Ε.Ε. είχαν εγκρίνει αυτές τις επιδοτήσεις; Γνώριζαν τα ερωτώμενα Υπουργεία για τις σχετικές αποφάσεις των ευρωπαϊκών οργάνων και, εάν ναι, τότε γιατί επέλεξαν αυτό το μοντέλο επιδοτήσεων ρεύματος;
Ποιες πρωτοβουλίες θα αναλάβετε για την επίλυση του αδιεξόδου που η Κυβέρνηση προκάλεσε, ώστε -χωρίς βεβαίως να παραβιάζεται το ενωσιακό πλαίσιο- να μην επιβαρυνθούν αιφνιδιαστικά και υπέρμετρα οι συμπολίτες μας;
Ποια ήταν τα κέρδη των παρόχων (και ειδικότερα κάθε μίας εταιρείας) κατά τα αντίστοιχα έτη 2022 και 2023;
Επιπροσθέτως, για την ενημέρωση της Βουλής, παρακαλούμε όπως καταθέσετε:
– Τις σχετικές αποφάσεις για τις επιδοτήσεις της συγκεκριμένης περιόδου.
– Τα έγγραφα με τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το καθεστώς των κρατικών ενισχύσεων προς τους παρόχους ηλεκτρικού ρεύματος.
– Τα αναφερόμενα στα σημεία 24, 25 και 26 της ανωτέρω Κ.Υ.Α., ήτοι «την από 10.8.2023 έως και 15.9.2023 επικοινωνία μέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων (ΚΕΜΚΕ) με την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ιδίως το από 15.9.2023 μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας», «το υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΗΕ/35537/629/03.04.2024 Υπηρεσιακό Σημείωμα του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας προς τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας», καθώς και την «υπό στοιχεία ΥΠΕΝ/ΔΠΔΑ/35548/806/14.04.2024 εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας».
– καθώς και κάθε σχετικό έγγραφο από το οποίο προκύπτει η υποχρέωση επιστροφής επιδοτήσεων ρεύματος, ο χρόνος και τρόπος ενημέρωσης της Ελληνικής Κυβέρνησης, αλλά και οι σχετικές με το ζήτημα διαφοροποιήσεις στο ενωσιακό θεσμικό πλαίσιο πριν και κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης.