Εξαρθρώθηκε μεγάλο κύκλωμα πλαστών διαβατηρίων - Φόβοι για σύνδεση με τζιχαντιστές

5:41 μ.μ. - Κυριακή, 11 Ιουνίου 2017
05:06 μ.μ. - Κυρ, 11/41/2017
Image: Εξαρθρώθηκε μεγάλο κύκλωμα πλαστών διαβατηρίων - Φόβοι για σύνδεση με τζιχαντιστές

Ως ένα «δαιδαλώδες εγκληματικό δίκτυο, που δραστηριοποιείτο συστηματικά στην κατάρτιση πλαστών εγγράφων

Με σκοπό τη διευκόλυνση κυρίως της παράνομης παραμονής αλλοδαπών στον ευρωπαϊκό χώρο, αποκομίζοντας από τη δράση του μεγάλα χρηματικά ποσά» χαρακτήρισε o Διευθυντής της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, yποστράτηγος Χρήστος Παπαζαφείρης, την εγκληματική οργάνωση που εξάρθρωσε η Ελληνική Αστυνομία σε συνεργασία με την  Europol.

Η συνεργασία αυτή, η οποία κορυφώθηκε με την αστυνομική επιχείρηση στις 31 Οκτωβρίου και την 1η Νοεμβρίου, οδήγησε σε 20 συλλήψεις μελών της εγκληματικής οργάνωσης, 23 έρευνες σε οικίες και καταστήματα και στον εντοπισμό τεσσάρων πλήρως εξοπλισμένων εργαστηρίων κατάρτισης πλαστών εγγράφων.
 
Σύμφωνα με την αστυνομία, τα μέλη του εγκληματικού δικτύου, μέσω των διασυνδέσεων τους, δέχονταν παραγγελίες για κατάρτιση πλαστών εγγράφων από αλλοδαπούς που διέμεναν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, όπως και στη χώρα μας, προκειμένου με τον τρόπο αυτό να προσδίδουν νομιμοφάνεια στην παραμονή τους και να διευκολύνονται στις μετακινήσεις τους σε άλλες χώρες.
 
Αξίζει να σημειωθεί ότι η «γκάμα» των παραγγελιών που αναλάμβαναν δεν περιοριζόταν στο στενό κύκλο των «κλασικών» ταξιδιωτικών εγγράφων, όπως δελτία ταυτότητας, άδειες οδήγησης, διαβατήρια, άδειες διαμονής, σφραγίδες συνοριακού ελέγχου Χωρών Schengen , βίζες, Ειδικών Δελτίων Ταυτότητας Ομογενών, αλλά «εκτεινόταν» και σε άλλα πλαστά έγγραφα, όπως πιστοποιητικά βάφτισης και γέννησης, βεβαιώσεις τύπου Α, κάρτες τράπεζας και κάρτες υγείας.
 
Οι παραγγελίες αφορούσαν - κατά περίπτωση - στη δημιουργία πλαστών εγγράφων ή στη νόθευση γνήσιων με παραποίηση των επιμέρους στοιχείων τους, ως ακολούθως:
 
με αντικατάσταση της φωτογραφίας του πραγματικού κατόχου,
με αλλαγή της ημερομηνίας γέννησης και του ύψους ώστε να προσαρμόζεται στην ηλικία του ενδιαφερομένου,
με αλλαγή της ημερομηνίας λήξης, ώστε το έγγραφο να φαίνεται σε ισχύ,
με τοποθέτηση πλαστής σφραγίδας ελέγχου συνοριακής διέλευσης,
με παραποίηση της πρώτης σελίδας του διαβατηρίου, στο οποίο αναγράφονται τα στοιχεία ταυτότητας και υπάρχει η φωτογραφία του πραγματικού κατόχου (επώνυμο, όνομα, ημερομηνία γέννησης, τόπος γέννησης, ιθαγένεια, ύψος).
με τοποθέτηση πλαστής ή νοθευμένης βίζας ευρωπαϊκής χώρας. Αξίζει να σημειώσω ότι η περίπτωση αυτή αποσκοπούσε στη δημιουργία της λανθασμένης εντύπωσης, εκ μέρους των ελεγκτικών Αρχών, ότι ο κάτοχος/χρήστης του πλαστού διαβατηρίου έχει ήδη υποστεί διαβατηριακό έλεγχο και κατά συνέπεια βρίσκεται υπό νόμιμο καθεστώς παραμονής και έχει δυνατότητα μετακίνησης και σε άλλες χώρες.
Πώς δρούσαν
 
Τα μέλη του εγκληματικού δικτύου για να προχωρήσουν στην κατάρτιση των πλαστών εγγράφων παραλάμβαναν τα απαιτούμενα υλικά (φωτογραφίες, στοιχεία ταυτότητας, σώματα εγγράφων κ.λπ.), είτε δια ζώσης, είτε, σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος διέμενε σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή διαδικτυακών εφαρμογών ανταλλαγής μηνυμάτων.
 
Τη διεκπεραίωση των παραγγελιών αναλάμβανε ο κεντρικός πυρήνας του εγκληματικού δικτύου, που απαρτιζόταν από τέσσερα άτομα, τα οποία είχαν δημιουργήσει και «στεγάσει» ισάριθμα, πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια («πλαστογραφεία»/ print shops ), στο Νέο Κόσμο, στην Πλατεία Κολιάτσου, στο Παγκράτι και στα Κάτω Πατήσια.
 
Τα πλαστά έγγραφα που κατάρτιζαν στα εργαστήρια ήταν κυρίως:
 
διαβατήρια διαφόρων κρατών,
δελτία ταυτότητας ελληνικά και χωρών Schengen ,
άδειες οδήγησης ελληνικές και χωρών Schengen νέου τύπου,
Ειδικά Δελτία Ταυτότητας Ομογενών ,
άδειες διαμονής ελληνικές, ιταλικές και διαφόρων άλλων ευρωπαϊκών χωρών,
σφραγίδες θεώρησης εισόδου και εξόδου από το έδαφος Schengen (συνοριακή διέλευση),
πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες τραπεζών και
ευρωπαϊκές κάρτες υγείας.
 
 
Μετά το πέρας της κατάρτισης των πλαστών εγγράφων τα παρέδιδαν στους ενδιαφερόμενους απευθείας, είτε μέσω εταιρειών ταχυδρομικών μεταφορών, σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος βρισκόταν σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
 
Μάλιστα, στις περιπτώσεις προμήθειας «κλασικών» ταξιδιωτικών εγγράφων, τα μέλη του εγκληματικού δικτύου παρέδιδαν επιπλέον συνοδευτικά και υπό τη μορφή « bonus »: πλαστή ελληνική άδεια οδήγησης νέου τύπου, πλαστή κάρτα τραπέζης και πλαστή κάρτας υγείας.
 
Η συνοδευτική αυτή παράδοση είχε ως απώτερο σκοπό την ενίσχυση της αληθοφάνειας και την παραπλάνηση των διωκτικών Αρχών σε περίπτωση ελέγχου.
 
Άλλο βασικό χαρακτηριστικό της εγκληματικής οργάνωσης είναι ο επαγγελματικός τρόπος λειτουργίας της, όσον αφορά στην ποιότητα και πιστότητα των πλαστογραφημένων εγγράφων και στην αμεσότητα στην εκτέλεση των παραγγελιών.
 
Είναι ενδεικτικό η όλη διαδικασία, από την παραγγελία και παράδοση σωμάτων εγγράφων και υλικών νόθευσης, μέχρι την κατάρτιση και παράδοση των πλαστογραφημένων εγγράφων, λάμβανε χώρα ακόμη και σε χρονικό διάστημα λίγων ωρών.
 
Η χρηματική αμοιβή που απαιτούσαν τα μέλη του δικτύου για τα πλαστά έγγραφα κυμαινόταν ανάλογα με το είδος τους. Ενδεικτικά για τα πλαστά διαβατήρια κυμαίνονταν από 400 έως 500 ευρώ, ενώ και για την υπόλοιπη γκάμα των πλαστών εγγράφων είχαν καθορίσει επιμέρους αμοιβές.
 
 
 
Το εγκληματικό δίκτυο, παράλληλα με την παραπάνω κύρια δραστηριοποίηση του, αναλάμβανε και τη διακίνηση αλλοδαπών, κατά βάση αλβανικής καταγωγής, από τη χώρα μας με τελικό προορισμό το Ηνωμένο Βασίλειο.
 
Το εγκληματικό δίκτυο εφοδίαζε τους αλλοδαπούς αυτούς με πλαστά έγγραφα, ενώ η διακίνηση γινόταν κυρίως μέσω του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος». Μάλιστα για να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό χρησιμοποιούσαν ως ενδιάμεσους σταθμούς (transit) διαφορές ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Ιρλανδία και η Σουηδία.
 
Το συνολικό κόστος της διακίνησης μαζί με την έκδοση των αεροπορικών εισιτηρίων ανερχόταν τουλάχιστον στις 2.250 ευρώ, ανά διακινούμενο, ενώ σε περίπτωση αποτυχίας και νέας προσπάθειας απαιτούσαν την καταβολή επιπλέον 2.250 ευρώ ως ασφάλεια, δηλαδή συνολικά 4.500 ευρώ.
 
Οι ρόλοι
 
Ως προς τους ρόλους των εμπλεκομένων αναφέρονται τα εξής:
 
Α) κεντρικό ρόλο κατείχαν οι (4) πλαστογράφοι, οι οποίοι είχαν δημιουργήσει αντίστοιχα (4) πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια («πλαστογραφεία»/ print shops ),σε περιοχές της Αττικής, με κατάλληλο ψηφιακό εξοπλισμό, όπου σε καθημερινή βάση, προέβαιναν στην κατάρτιση εξ υπαρχής ή με διαδικασία νόθευσης πλαστών εγγράφων πάσης φύσεως. Μάλιστα, ορισμένες φορές χρησιμοποιούσαν σώματα γνησίων εγγράφων ως «βάσεις» για τις απαιτούμενες τροποποιήσεις. Τα γνήσια αυτά έγγραφα είτε είχαν απολεσθεί, είτε είχαν αφαιρεθεί με παράνομο τρόπο από τους πραγματικούς κατόχους.
 
Οι πλαστογράφοι για να αποφύγουν πιθανή σύλληψη ή στοχοποίησή τους, σπανίως πραγματοποιούσαν απευθείας συναντήσεις με τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης ή τους «πελάτες». Για αυτό το λόγο, το διαμεσολαβητικό ρόλο για την παράδοση και παραλαβή των πλαστών εγγράφων και των φωτογραφιών των «πελατών», είχαν αναλάβει άμεσοι συνεργάτες τους, στους οποίους έδιναν ακριβείς εντολές για το μέρος και το πρόσωπο, με το οποίο θα πραγματοποιούσαν συνάντηση.

 
Β) Τα υπόλοιπα μέλη του εγκληματικού δικτύου δέχονταν καθημερινά τηλεφωνικές παραγγελίες από υποψήφιους «πελάτες», εσωτερικού και εξωτερικού, παραλάμβαναν τα απαιτούμενα υλικά (όπως για παράδειγμα, φωτογραφίες, στοιχεία ταυτότητας, σώματα εγγράφων κ.λπ.) για την προώθηση της παραγγελίας στους πλαστογράφους είτε απευθείας, είτε μέσω των άμεσων συνεργατών τους.
 
Με το πέρας της κατάρτισης των πλαστών εγγράφων, τα μέλη του δικτύου παραλάμβαναν τα πλαστά έγγραφα από τους πλαστογράφους και τα παρέδιδαν οι ίδιοι στους «πελάτες», λαμβάνοντας χρηματική αμοιβή εκ της οποίας, ένα μέρος κρατούσαν ως προμήθεια για τη μεσολάβηση τους, ενώ το υπόλοιπο το εισέπραττε ο εκάστοτε πλαστογράφος. Ενώ όταν επρόκειτο για «πελάτες» εξωτερικού, αυτά παραδίδονταν μέσω ταχυδρομικών εταιρειών.
 
Γ) Επιπρόσθετα, κάποια από τα μέλη πέραν των παραγγελιών ήταν επιφορτισμένα με τον επιπρόσθετο ρόλο να εφοδιάζουν τους πλαστογράφους με σώματα γνησίων εγγράφων και με αναλώσιμα είδη (για παράδειγμα φωτογραφικό φιλμ, πλαστικές ζελατίνες, κλ.π.), τα οποία ήταν απαραίτητα για την κατάρτιση των πλαστών εγγράφων.
 
Ως προς τη μεθοδολογία και τον τρόπο δράσης τους αναφέρονται τα εξής:
 
Τα πλαστά έγγραφα είτε αποστέλλονταν σε ενδιαφερόμενους σε διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε παραδίδονταν σε «πελάτες» εντός Ελλάδας. Ειδικότερα, για τους «πελάτες» του εσωτερικού οι περισσότερες συναντήσεις μεταξύ των μελών πραγματοποιούνταν είτε σε «στέκια» ομοεθνών τους στο κέντρο των Αθηνών, είτε σε καταστήματα πέριξ των οικιών τους, προσδίδοντας, με αυτό τον τρόπο, τη μέγιστη δυνατή «ασφάλεια» κατά τις συναλλαγές τους.
 
Ενδεικτικό των μέτρων ασφαλείας που λάμβαναν τα μέλη του δικτύου, είναι το γεγονός της στρατολόγησης μέλους, το οποίο εκμεταλλευόμενο την ιδιότητά του ως οδηγός ταξί, πραγματοποιούσε χαμηλού ρίσκου παραδόσεις/παραλαβές πλαστών εγγράφων.
 
Μάλιστα, αξίζει να μνημονευθεί, ότι τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης για την μεταξύ τους επικοινωνία χρησιμοποιούσαν κωδικές ονομασίες.
 
Ο εντοπισμός των υποψήφιων «πελατών» πραγματοποιούνταν τόσο μέσω του «κοινωνικού δικτύου» που είχαν αναπτύξει τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, κυρίως με ομοεθνείς τους, όσο και με την «από στόμα σε στόμα» διάδοση της «υψηλής ποιότητας των υπηρεσιών» που παρείχε το δίκτυο. Ωστόσο, η τελική επιλογή των υποψήφιων «πελατών» γινόταν κατόπιν τηλεφωνικής συνέντευξης. Εφόσον αυτή ολοκληρωνόταν «επιτυχώς», ακολουθούσε face control του ατόμου και τα επόμενα στάδια της διακίνησης, ανάλογα με τη χώρα στην οποία βρισκόταν ο διακινούμενος αλλοδαπός. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι εάν το χρώμα του πελάτη ήταν υπερβολικά μελαμψό ή η γνώση της ελληνικής/αγγλικής γλώσσας δεν ήταν επαρκής, τότε το μέλος του εγκληματικού δικτύου δεν αναλάμβανε τη διακίνηση.
 
Σχετικά με τη χρηματική αμοιβή που απαιτούσαν τα μέλη του δικτύου για την πώληση των πλαστών εγγράφων στους «πελάτες», αυτή κυμαινόταν ανάλογα με το είδος του εγγράφου. Ενδεικτικά για πλαστά διαβατήρια από 400 έως 500 ευρώ, για πλαστά δελτία ταυτότητας από 150 έως 200 ευρώ, για πλαστές άδειες οδήγησης περί τα 150 ευρώ και για πλαστά πιστοποιητικά και βεβαιώσεις από 30 έως 50 ευρώ.
 
Αναφορικά με τις φωτογραφίες που χρησιμοποιούνταν για τα πλαστά έγγραφα, η οργάνωση έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην ευπρεπή εξωτερική εμφάνιση και ενδυμασία των «πελατών», έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος έγερσης υποψιών σε τυχόν έλεγχο τους στο αεροδρόμιο. Τα μέλη του δικτύου παραλάμβαναν από τους «πελάτες» μαζί με τις φωτογραφίες και το χρηματικό ποσό που απαιτούνταν, τόσο για την κατάρτιση των πλαστών εγγράφων, όσο και για την οργάνωση της διακίνησης (έκδοση αεροπορικών εισιτηρίων κ.λπ.).
 
Τονίζεται, ότι τα πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα πωλούνταν σε αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών (κυρίως Αλβανούς), οι οποίοι τα χρησιμοποιούσαν για να εξέλθουν (μέσω αεροδρομίων) παράνομα από μία χώρα, έχοντας ως τελικό προορισμό το Ηνωμένο Βασίλειο και ενδιάμεσους σταθμούς διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες (χώρες transit ). Αξιοσημείωτο είναι, ότι τα συγκεκριμένα μέλη αναλάμβαναν όλη τη διαδικασία οργάνωσης της διακίνησης και πιο συγκεκριμένα την κράτηση των εισιτηρίων, την παροχή συμβουλών στους διακινούμενους και σε ορισμένες περιπτώσεις τη συνοδεία αυτών στο εκάστοτε αεροδρόμιο.
 
Η αστυνομία δεν έχει στοιχεία ότι μέλη ή υποστηρικτές του ISIS επωφελήθηκαν των «υπηρεσιών» του κυκλώματος, αλλά αυτό το ενδεχόμενο δεν αποκλείεται.
 
Τι βρέθηκε
 
Στο πλαίσιο της επιχείρησης διενεργήθηκαν (23) έρευνες σε οικίες και καταστήματα και εντοπίστηκαν (4) πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια κατάρτισης πλαστών εγγράφων ( print shops ), αποτελούμενα από μεγάλο όγκο γραφικής ύλης, αναλώσιμων, μικροεργαλείων, εξαρτημάτων, ηλεκτρονικό εξοπλισμό και μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας, που χρησιμοποιούνται τόσο για τη νόθευση γνήσιων εγγράφων, όσο και για την κατάρτιση υψηλής ποιότητας εξ υπαρχής πλαστών εγγράφων.

 
Επιπλέον, μεταξύ άλλων, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
 
πλήθος σφραγίδων (στρογγυλές, δημοσίων υπηρεσιών και υπαλλήλων, αλλοδαπών αρχών κ.λπ.),
πλήθος διαβατηρίων (πλήρη ή μέρη αυτών) και ταυτοτήτων (συμπληρωμένων ή μη) τρίτων προσώπων διαφόρων χωρών,
κενών θεωρήσεων visa ,
άδειες ικανότητας οδήγησης,
κάρτες ελληνικών τραπεζών,
πλήθος πλαστών εγγράφων πάσης φύσεως (κάρτες ασφάλισης, πιστοποιητικά κ.λπ.),
μεγάλος αριθμός ψηφιακών και αποθηκευτικών μέσων,
πυροβόλο όπλο,
(100) γραμμάρια κάνναβης,
αυτοκίνητο και (3) δίκυκλα,
το χρηματικό ποσό των (54.815) ευρώ,
εκατοντάδες παραστατικά χρηματικών εμβασμάτων με αποδέκτες ή παραλήπτες σε χώρες προορισμού ή ενδιάμεσων σταθμών και
εκατοντάδες αποδεικτικά κρατήσεων αεροπορικών εισιτηρίων από και προς χώρες προορισμού ή ενδιάμεσων σταθμών.
 
 
Οι συλληφθέντες, οδηγήθηκαν ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, ο οποίος τους παρέπεμψε σε Τακτικό Ανακριτή, ενώ οι έρευνες για τον εντοπισμό των μη συλληφθέντων δραστών και την αξιοποίηση των κατασχεθέντων πειστηρίων βρίσκονται σε εξέλιξη, συνεργαζόμενοι, τόσο με τη Europol , όσο και με ομόλογες Υπηρεσίες του εξωτερικού.
 
Πηγή: tvxs.gr