Απάντηση Θ. Μανουσάκη στην προσωπική καταγγελία της Πρωτοβουλίας Εκπαιδευτικών Λασιθίου - ΣΥΝ.ΕΚ

11:01 π.μ. - Τρίτη, 15 Ιουνίου 2021
11:06 π.μ. - Τρί, 15/01/2021
Image: Απάντηση Θ. Μανουσάκη στην προσωπική καταγγελία της Πρωτοβουλίας Εκπαιδευτικών Λασιθίου - ΣΥΝ.ΕΚ

Τι αναφέρει ο Πρόεδρος της ΕΛΜΕ Λασιθίου

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ  ΤΗΣ «ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΛΑΣΙΘΙΟΥ – ΣΥΝ.Ε.Κ.»

«έξις δευτέρα φύσις»

«Η συνήθεια είναι η δεύτερη φύση του ανθρώπου»

(Αριστοτέλης)

Θλίβομαι βαθύτατα που, για να παραφράσω στον Σταγειρίτη φιλόσοφο, θα πρέπει να σημειώσω πως, η διαστρέβλωση των γεγονότων είναι δεύτερη φύση. Ορισμένοι συνάδελφοι μάλιστα, για να πετύχουν τον ιδεατό βαθμό διαστρέβλωσης και δολοφονίας χαρακτήρα επιδίδονται σ’ ένα κυνήγι μαγισσών που πόρρω από απέχει από τον ρόλο που η ίδια η κοινωνία τους έχει αναθέσει. 

Αυτά τα ολίγα ως μια εισαγωγή, καθώς με θλίψη, αλλά όχι και με ιδιαίτερη έκπληξη διάβασα την «ανακοίνωση» που έβγαλε και κυκλοφόρησε εναντίον μου η συνδικαλιστική παράταξη του ΕΛΜΕ Λασιθίου του ΣΥΡΙΖΑ (Πρωτοβουλία Εκπαιδευτικών Λασιθίου - ΣΥΝ.Ε.Κ.), την οποία υπογράφουν οι κυρίες Αλεβιζοπούλου και Μπαυγιαδάκη.

Απέναντι στις άναρθρες κραυγές τους, οι οποίες προέρχονται από μια ασυγκράτητη ανάγκη αντιπολίτευσης επί παντός επιστητού, έστω κι αν η πραγματικότητά είναι αμείλικτη και έρχεται καθημερινά να τις διαψεύσει, θα απαντήσω με επιχειρήματα.

Αφορμή για την «ανακοίνωσή» τους, αλλά και για την απάντησή μου, προφανώς, στάθηκε συνέντευξη που παραχώρησα πριν από λίγες ημέρες (11.06.2021) στον Ρ/Σ «ΗΧΩ FM» του Λασιθίου, επί τη ευκαιρία της έναρξης των Πανελλαδικών Εξετάσεων.

Ας τα πιάσω όμως από την αρχή:

1. Με κατηγορούν ότι «μείωσα τους νέους συναδέλφους», χαρακτηρίζοντάς τους ως «ανεπαρκείς». 

       Έχοντας εμπειρία ως Διευθυντής (14 χρόνια) και ως Υποδιευθυντής (6 χρόνια) σε σχολικές μονάδες της Δ/Βθμιας Εκπαίδευσης είχα την ευκαιρία να δω περιπτώσεις καθηγητών, κι αναφέρομαι πάντοτε σε νέους συναδέλφους, που έκαναν εξαιρετικό μάθημα, δυστυχώς όμως υπήρχαν κι εκείνοι, που ανάγκασαν γονείς να κάνουν παράπονα για τον τρόπο και την επάρκεια διδασκαλίας τους. Όπως συμβαίνει σε κάθε επαγγελματικό χώρο, υπάρχουν διαβαθμίσεις. Κανείς δεν βγαίνει από μια σχολή (οποιασδήποτε ειδίκευσης) ως κάτοχος της απόλυτης γνώσης στον κλάδο του, κι ούτε είναι αναμενόμενο να τα κάνει όλα άψογα. Έχω όμως να παρατηρήσω πως σε πολλές περιπτώσεις, ιδίως αυτά τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια, υπάρχει μια σαφής πτώση του επιπέδου, η οποία αντικατοπτρίζεται και στο προσωπικό που – δίχως διαδικασίες τύπου ΑΣΕΠ – έρχεται και στο δημόσιο σχολείο. Από την Παιδαγωγική Επάρκεια, το πως προσεγγίζεις τα παιδιά, μέχρι και το επίπεδο των γνώσεων. Είναι λυπηρό, αλλά είναι αυτό που μπορώ να καταθέσω ως προσωπική εμπειρία.

2. Με κατηγορούν ότι «απαξίωσα» τα Πανεπιστήμια όλης της χώρας, και μάλιστα αναρωτιούνται με ποιους δείκτες.

    Οι συναδέλφισσες θα έπρεπε να μελετούν τις αξιολογήσεις ανεξάρτητων φορέων πριν βιαστούν να ασκήσουν κριτική για πράγματα που εύκολα βρίσκονται με λίγη αναζήτηση. Δεν θα κάνω πλήρη επισκόπηση όμως της κατάστασης. Αρκεί να ανατρέξουμε στα QS Rankings του 2022 (https://www.topuniversities.com/university-rankings/world-university-rankings/2022) για να δούμε σε ποιες θέσεις βρίσκονται τα ελληνικά πανεπιστήμια:

Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών: Θέσεις 651-700.

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης: Θέσεις 551-560.

Πανεπιστήμιο Κρήτης: Θέσεις 651-700.

Πανεπιστήμιο Πατρών: Θέσεις 801-1000.

Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών: Θέσεις 1001-1200.

Στην ετήσια έκθεση της QS μόνο το ΕΜΠ βρίσκεται σε πάνω από την 500η θέση. 

Προσοχή όμως! Η κατάταξη αυτή δεν βασίζεται μόνο στο επίπεδο της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Οι δείκτες καταρτίζονται με βάση την αναλογία φοιτητών – μελών ΔΕΠ, τους χρόνους αποφοίτησης με βάση το τυπικό χρονοδιάγραμμα σπουδών (4 ή 5 χρόνια, ανάλογα με το Τμήμα), την ερευνητική δραστηριότητα των μελών ΔΕΠ και στην προσέλκυση φοιτητών από το εξωτερικό. Υπάρχουν Τμήματα των ΑΕΙ μας τα οποία διακρίνονται συστηματικά, όπως για παράδειγμα οι Κλασικές Σπουδές (Κλασική Φιλολογία, Αρχαιολογία) του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ.α. Οι παθογένειες όμως του ελληνικού πανεπιστημίου είναι χρόνιες και οι προσπάθειες διαχρονικά των κυβερνήσεων για να θεραπευτούν κάθε άλλο παρά αποτελεσματικές ήταν. Υποχρηματοδότηση, εσωστρέφεια, υποστελέχωση (κλειστές βιβλιοθήκες πχ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ελλείψει βιβλιοθηκονόμων!), αυτά ασφαλώς και βαρύνουν την Πολιτεία. Ως γονιός παιδιών που σπούδασαν σε ελληνικό πανεπιστήμιο, κι ως μάχιμος εκπαιδευτικός με δεκαετίες εμπειρίας, είμαι ο τελευταίος που έσπευδε να απαξιώσει τα ΑΕΙ μας. Όμως δεν μπορώ να ψεύδομαι σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Είναι θέμα συνείδησης να μην κλείνω τα μάτια μπροστά στα κραυγαλέα προβλήματα που κατά καιρούς απασχολούν την κοινή γνώμη (πχ η ανομία, βλ. Πρύτανη ΟΠΑ, βλ. στοχοποίηση Πρύτανη ΑΠΘ κ.α.). Επομένως πρέπει να αλλάξουν πολλά. Αλλά δεν θα αλλάξει τίποτε εάν και οι ίδιοι δεν αποδεχθούμε ότι υπάρχει δομικό πρόβλημα. Οι παραταξιακές παρωπίδες σ’ αυτό ειδικά το ζήτημα δεν κάνουν καλό, διαιωνίζουν τη γάγγραινα και καθιστούν την επίλυση των προβλημάτων ανέφικτη.

3. Με κατηγόρησαν ότι «ζήτησα την κατάργηση όλων των ΑΕΙ εκτός από 4-5».

    Εδώ και δεκαετίες οι κυβερνήσεις της χώρας έχουν μετατρέψει τα ελληνικά πανεπιστήμια από εστίες γνώσης σε «ατμομηχανή  ανάπτυξης» πόλεων της ελληνικής περιφέρειας, εστιάζοντας στις οικονομικές επιπτώσεις της διασποράς φοιτητών σ’ όλη την επικράτεια, με απόλυτη αδιαφορία για τα ακαδημαϊκά/εκπαιδευτικά κριτήρια. Γίναμε μάρτυρες τμημάτων ΑΕΙ & ΤΕΙ να ξεφυτρώνουν σε κάθε πόλη και χωριό της χώρας, όχι επειδή υπάρχει απαραίτητα κάποια σύνδεση με την παραγωγική αλυσίδα, κάποιος ιστορικός, ερευνητικός ή εκπαιδευτικός λόγος, αλλά επειδή έπρεπε να δουλέψουν οι επιχειρήσεις της εστίασης και να νοικιαστούν διαμερίσματα στους μελλοντικούς φοιτητές. Η ίδια ακριβώς λογική που πιο παλιά έσπειρε σ’ όλη την ηπειρωτική (κυρίως) χώρα στρατόπεδα με αμφίβολη χρησιμότητα, μόνο και μόνο για να ζει η τοπική κοινωνία απ’ αυτά τα έσοδα. Υπάρχει κανείς που να διαφωνεί με την «έκρηξη» στη δημιουργία πολλών ομοειδών / συναφούς εκπαιδευτικού αντικειμένου Τμημάτων, τα οποία στήθηκαν, πρόχειρα πολλές φορές, όχι για κάποιον ακαδημαϊκό λόγο, αλλά μόνο και μόνο για την ικανοποίηση των τοπικών κοινωνιών; Δείτε για παράδειγμα πόσα Τμήματα Φιλολογίας υπάρχουν, πόσα Τμήματα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Πολιτικοί Επιστήμονες, Μαθηματικοί, Χημικοί, Φυσικοί κλπ. Εκτός του ότι δημιουργούν επιστήμονες πολλών ταχυτήτων (γιατί, ας μην γελιόμαστε, στο τέλος βγαίνει κάποιος με το ίδιο μεν πτυχίο αλλά με διαφορετικά ως ένα βαθμό προγράμματα σπουδών και βάση εισαγωγής), στο τέλος η ίδια η αγορά είναι αυτή που δείχνει με τον τρόπο της ότι δεν χρειάζονται τόσοι πολλοί επιστήμονες ενός κλάδου. Είναι ένα χρηματιστήριο εις βάρος του μέλλοντος των παιδιών μας. Είναι πρόσφατο το παράδειγμα της Νομικής Πατρών, όπου η προηγούμενη κυβέρνηση ήθελε να δημιουργήσει ένα 4ο τμήμα (ενώ υπήρχαν ήδη στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και την Κομοτηνή) και έπειτα από διαμαρτυρίες αναγκάστηκε να το παγώσει και φυσικά δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Υπάρχουν Τμήματα των οποίων οι απόφοιτοι δεν έχουν την παραμικρή διασύνδεση με την αγορά εργασίας, που βέβαια αποκτούν γνώσεις οι οποίες όμως θα μπορούσαν να αποκτηθούν από ένα μεταπτυχιακό. Γιατί, ας μην γελιόμαστε, υπάρχουν Τμήματα που θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών αλλά όχι προπτυχιακών (βλ. περίπτωση Τμήματος Μουσειολογίας). Τα αμφισβητούν αυτά οι συναδέλφισσες; Μια σύμπτυξη ορισμένων ΑΕΙ (ή κατάργηση ομοειδών τμημάτων) θα λειτουργούσε ως αντιρρόπηση αυτής της πληθωριστικής τάσης που τις τελευταίες δεκαετίες υποσκάπτει τα ελληνικά πανεπιστήμια. Λιγότερα Τμήματα, περισσότερο προσωπικό, καλύτερη κατανομή πόρων για έρευνα, υποδομές και τεχνολογικά μέσα. Με έμφαση και στη διασύνδεση της παραγόμενης επιστημονικής έρευνας με την αγορά και την πραγματική Οικονομία, ώστε και εξωστρέφεια να υπάρχει, αλλά και να δίδονται περισσότερα κίνητρα και ελπίδες στους φοιτητές, στα παιδιά μας, για επαγγελματική αποκατάσταση ιδεατά στο πεδίο όπου σπούδασαν.

4. Με κατηγόρησαν ότι «υπεραμύνθηκα της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής».

    Είναι προσωπική μου άποψη πως πρέπει να υπάρχει ένα ελάχιστο όριο για να εισαχθεί κάποιος/α μαθητής/τρια στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Είναι αδιανόητο το να μην υπάρχει. Με την ίδια λογική ας καταργήσουμε και τη βάση του 10 και κάθε άλλο κριτήριο και στη Β’ Βάθμια Εκπαίδευση. Αλήθεια, οι συναδέλφισσες πόσο υπερήφανες νιώθουν που κάποια τμήματα είχαν τον τελευταίο εισακτέο τους (γιατί αυτό είναι η βάση) να γράφει για μονάδα ή λίγο παραπάνω; Τι δείχνει αυτό για την κοινωνία μας; Και ναι, πάντοτε η εισαγωγή ενός κριτηρίου εμπεριέχει και έναν βαθμό «αυθαιρεσίας». Κάποιος μπορεί να πει 10, άλλος 8, άλλος 12, άλλος 14. Είναι όμως προφανές ότι δεν μπορεί να γίνει σοβαρή συζήτηση μ’ ανθρώπους και δη εκπαιδευτικούς που δεν αποδέχονται κανένα κριτήριο εισαγωγής. Όχι αγαπητές συναδέλφισσες, αυτό δεν είναι Ανώτατη Εκπαίδευση. Είναι Ανώτατη γιατί πρέπει να εξεταστείς για να μπεις. Επίσης, δεν είναι και υποχρεωτική, δεν είναι αυτοσκοπός. Το φαινόμενο του να υπάρχουν περισσότερες θέσεις στα ΑΕΙ από τους υποψηφίους είναι μια στρέβλωση, δεν ξέρω πως αλλιώς να το χαρακτηρίσω.

5. Με κατηγόρησαν ότι «προτρέπω τους γονείς να στείλουν τα παιδιά τους σε πανεπιστήμια του εξωτερικού».

    Ήδη χιλιάδες γονείς στέλνουν έξω τα παιδιά τους για σπουδές, προπτυχιακές, μεταπτυχιακές, διδακτορικές, κι ως ένα βαθμό αντικατοπτρίζει και την καλή δουλειά που γίνεται στο ελληνικό δημόσιο σχολείο. Σε ορισμένες περιπτώσεις η απομάκρυνση από τις νοσηρές καταστάσεις που κατά περιόδους βλέπουμε στα ελληνικά ΑΕΙ (καταλήψεις, ξυλοδαρμοί, διώξεις πολιτικά διαφωνούντων, προπηλακισμοί, μαζικές αντιγραφές κλπ) ίσως αποτελεί και λύτρωση. Όχι πανάκεια, αλλά έχοντας μεγαλώσει δύο παιδιά που σπούδασαν σε ελληνικό πανεπιστήμιο και βρέθηκαν αντιμέτωπα με κάποιες από τις παραπάνω καταστάσεις το λέω με πόνο ψυχής. Μακάρι να εκλείψουν αυτές οι παθογένειες ώστε να μην συντρέχουν λόγοι για να βγει κανείς έξω, να αρκεί – ως ένα βαθμό – η εντός της χώρας παρεχόμενη ακαδημαϊκή γνώση.

6. Με κατηγόρησαν ότι «εξέπεμψα ένα μήνυμα εκφοβισμού προς τους υποψηφίους…κλπ κλπ.».

    Νομίζω ότι καλές συναδέλφισσες δεν άκουσαν το πρώτο μισό της συνέντευξής μου, όπου πολλές φορές ΤΟΝΙΣΑ πως το μέλλον των παιδιών δεν καθορίζεται από την επιτυχία ή την αποτυχία σε μια εξέταση. Η ζωή συνεχίζεται και ο καθένας μπορεί να εξακολουθεί να κυνηγά τα όνειρά του, όσο, όπου και όπως μπορεί. Δεν γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος μόνο μ’ ένα χαρτί πανεπιστημίου. Είναι καιρός να αλλάξει αυτή η νοοτροπία που στιγματίζει τα παιδιά και τα φορτώνει με το φόβο μιας «ψεύτικης» αποτυχίας. Δεν χρειάζεται άγχος. Θέλει μια προσπάθεια τίμια, μέσα από τις δυσκολίες αυτής της περίεργης χρονιάς λόγω της πανδημίας, και έπειτα ο καθένας θα ζυγίσει τις επιλογές του για να δει την πορεία του. Ή μήπως με κατηγορούν που είπα την αλήθεια, ότι η κτήση ενός πανεπιστημιακού τίτλου δεν φέρνει απαραίτητα δουλειά και χρήματα; Είναι ψέματα; Σε ποιον φανταστικό κόσμο δίχως ανεργία και απογοητεύσεις ζουν οι συναδέλφισσες; Έχουν δει μήπως τις λίστες για προγράμματα του ΟΑΕΔ; Έχουν δει πόσοι και πόσοι πτυχιούχοι (και αριστούχοι) κάνουν κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που σπούδασαν, όχι επειδή το επέλεξαν, αλλά γιατί κάπως πρέπει να ζήσουν; Τα παιδιά…δεν είναι πια παιδιά, είναι έφηβοι, έτοιμοι πολίτες και οφείλουν να ξέρουν την αλήθεια. Δεν χρειάζεται να ζουν σε μια «φούσκα» που όταν σπάσει θα βρεθούν προ εκπλήξεως. Είναι καθήκον των εκπαιδευτικών που σέβονται το λειτούργημά τους να κάνουν ακριβώς αυτό το πράγμα, να τα καθοδηγούν με γνώμονα την ΑΛΗΘΕΙΑ, την ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, τον ΡΕΑΛΙΣΜΟ.

     Κλείνοντας, επιστρέφω στο ακέραιο κάθε χαρακτηρισμό, και προτρέπω τις συναδέλφισσες πριν γράψουν άλλη φορά κάποια άλλη εξίσου «πύρινη» ανακοίνωση, να σκεφτούν ότι πρέπει να λειτουργούν ως εκπαιδευτικοί, ως γονείς, ως υπεύθυνοι άνθρωποι, κι όχι ως κομματικά φερέφωνα.

Για το καλό των παιδιών μας, γιατί κάθε μαθητής και μαθήτρια είναι στην πραγματικότητα παιδί ΜΑΣ.

Με εκτίμηση,

Μανουσάκης Θεόδωρος

Πρόεδρος της ΕΛΜΕ Λασιθίου